Περίληψη
Το µέγεθος του δηµόσιου τοµέα στις δυτικές οικονοµίες έχει αυξηθεί αρκετά τον τελευταίο αιώνα, ειδικά κατά τη διάρκεια της περιόδου µετα τον δεύτερο Παγκόσµιο Πόλεµο1. Οι κυβερνήσεις µπορούν να κάνουν πολλά χρήσιµα πράγµατα. Μπορούν να βελτιώσουν την κατανοµή των πόρων (µε την παροχή των δηµόσιων αγαθών, τη διόρθωση των εξωτερικοτήτων και την προώθηση του ανταγωνισµού), να βοηθήσουν τη λειτουργία των αγορών (µε την προστασία των δικαιωµάτων ιδιοκτησίας), να µειώσουν την ανισότητα και τις κοινωνικές τριβές (µε την ανακατανοµή του εισοδήµατος και του πλούτου) και να σταθεροποιούν την οικονοµία όταν χτυπιέται από τους κλονισµούς (µε τη χρησιµοποίηση των αυτόµατων σταθεροποιητών ή/και των ανατροφοδοτικών πολιτικών). Για να επιτύχουν αυτούς τους στόχους οι κυβερνήσεις στηρίζονται στη χρήση των οργάνων δηµοσιονοµικής και νοµισµατικής πολιτικής καθώς επίσης και στην εφαρµογή ενός εκτενούς νοµοθετικού πλαισίου που ρυθµίζει την οικονοµία. Η λογική για την κυβερνητική συµµετοχή στο οικονοµικό σύ ...
Το µέγεθος του δηµόσιου τοµέα στις δυτικές οικονοµίες έχει αυξηθεί αρκετά τον τελευταίο αιώνα, ειδικά κατά τη διάρκεια της περιόδου µετα τον δεύτερο Παγκόσµιο Πόλεµο1. Οι κυβερνήσεις µπορούν να κάνουν πολλά χρήσιµα πράγµατα. Μπορούν να βελτιώσουν την κατανοµή των πόρων (µε την παροχή των δηµόσιων αγαθών, τη διόρθωση των εξωτερικοτήτων και την προώθηση του ανταγωνισµού), να βοηθήσουν τη λειτουργία των αγορών (µε την προστασία των δικαιωµάτων ιδιοκτησίας), να µειώσουν την ανισότητα και τις κοινωνικές τριβές (µε την ανακατανοµή του εισοδήµατος και του πλούτου) και να σταθεροποιούν την οικονοµία όταν χτυπιέται από τους κλονισµούς (µε τη χρησιµοποίηση των αυτόµατων σταθεροποιητών ή/και των ανατροφοδοτικών πολιτικών). Για να επιτύχουν αυτούς τους στόχους οι κυβερνήσεις στηρίζονται στη χρήση των οργάνων δηµοσιονοµικής και νοµισµατικής πολιτικής καθώς επίσης και στην εφαρµογή ενός εκτενούς νοµοθετικού πλαισίου που ρυθµίζει την οικονοµία. Η λογική για την κυβερνητική συµµετοχή στο οικονοµικό σύστηµα είναι ότι οι αγορές δεν είναι τέλειες ή αλλιώς αποτυγχάνουν και, κατά συνέπεια, δεν µπορούν να επιτύχουν την κοινωνικά άριστη έκβαση. Οι αγορές αποτυγχάνουν όταν υπάρχουν εξωτερικότητες, αγοραστική δύναµη, ασυµµετρική πληροφόρηση και ακαµψίες (βλ. π.χ. Atkinson και Stiglitz, το 1980, Inman, το 1987, και Mas-Collel, Whinston και Green, το 1995). Η οικονοµική πολιτική απαιτείται έτσι για να διορθώσει για αυτές τις "αποτυχίες αγοράς". Αλλά η κυβερνητική συµµετοχή δεν γίνεται χωρίς κόστος, το οποίο είναι γνωστό ως "πολιτικές διαστρεβλώσεις". Γενικά, οι πολιτικές διαστρεβλώσεις προκύπτουν επειδή η κυβερνητική συµµετοχή διαστρεβλώνει τα κίνητρα των οικονοµικών φορέων (νοικοκυριά, εταιρίες και ανώτεροι κυβερνητικοί υπάλληλοι). Παραδείγµατος χάριν, η δηµοσιονοµική πολιτική µπορεί να αποθαρρύνει τα κίνητρα για εργασία ή αποταµίευση, η βέλτιστα επιλγµένη πολιτική µπορεί να στερείται αξιοπιστίας, η κυβερνητική νοµοθεσία και ο κρατικός προϋπολογισµός µπορούν περαιτέρω να διαστρεβλώνουν τα κίνητρα οδηγώντας τα άτοµα σε αντικοινωνικές δραστηριότητες (π.χ. φοροδιαφυγή, 1?είτε τους Tanzi και Schuknecht (2000) για εµπειρικά στοιχεία και συζήτηση σχετικά µε την αύξηση του µεγέθους του δηµόσιου τοµέα κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα. ?είτε επίσης το Μueller (2003) για µια συζήτηση του ρόλου της κυβέρνησης στις σύγχρονες οικονοµίες. 2 επιδίωξη µισθώµατος (rent seeking) και σκιώδεις οικονοµικές δραστηριότητες - παραοικονοµία), και οι κυβέρνητικοί υπάλληλοι µπορεί να χρησιµοποιούν τη δύναµη που τους παρέχει η διακριτική ευχέρεια της θέσης τους και να αξιοποιούν τη δηµόσια πολιτική για ιδιωτικό όφελος (π.χ. διαφθορά και rent seeking). Υπάρχει εποµένως µια ανταλλαγή στη συµµετοχή της κυβέρνησης στην οικονοµία. Η κυβέρνηση επεµβαίνει για να επανορθώσει τις ατέλειες της αγοράς, αλλά ταυτόχρονα οι πολιτικές διαστρεβλώσεις προκύπτουν ως δυσάρεστη παρενέργεια αυτής της παρέµβασης. Μια θετική ανάλυση προσπαθεί να εξηγήσει αυτά τα αντιτιθέµενα χαρακτηριστικά γνωρίσµατα της οικονοµικής πολιτικής και του αντίκτυπου που έχουν στις µακροοικονοµικές εκβάσεις, ενώ, από κανονιστική άποψη, το ενδιαφέρον βρίσκεται στη χρησιµοποίηση αυτής της ανταλλαγής για να καθοριστεί το "βέλτιστο" µέγεθος και ο ρόλος της κυβέρνησης. ?είτε π.χ. το Μueller (2003, κεφάλαιο 21) για µια ισορροπηµένη θέση µεταξύ των αποτυχιών αγοράς και των πολιτικών διαστρεβλώσεων.
περισσότερα