Περίληψη
Η οικολογία του κολχικού φασιανού (Phasianus colchicus colchicus, Linneus) μελετήθηκε στο υδροχαρές δάσος του Γκοτζά-Ορμαν, στο δέλτα του ποταμού Νέστου, από το 1988 έως και το 1995. Το δασος πριν από το 1950 σε έκταση 100.000 στρέμματα. Σήμερα περιορίστηκε στα 20.000 στρέμματα τα οποία εχουν αποδοθεί στη Δασική Υπηρεσία για λευκοκαλλιέργεια. Ο κολχικός φασιανός στις αρχές του 19ο αιώνα υπήρχε σε πολλές περιοχές της Ελλάδας για να περιοριστεί πριν το 1940 βορειότερα του ποταμού Πηνειού. Σήμερα έχει περιοριστεί στο δασος του Γκοτζά-Ορμάν παραμένοντας ίσως ο μοναδικός φυσικός πληθυσμός στην Ευρώπη, μαζί με αυτόν της Βουλγαρίας. Σε γενετική σύγκριση μεταξυ των πληθυσμών Ελλάδας και Βουλγαρίας μελετήθηκαν με ηλεκτροφόρηση 18 ενζυμικά ή πρωτεινικά συστήματα.Από τα αποτελέσματα προκύπτειότι υπάρχει μεγάλη γενετική συγγένεια μεταξύ των δυο πληθυσμών. Το βάρος των αρσενικών φασιανών κυμαίνεται μεταξυ 1050 και 1450 g, με μέση τιμή τα 1258,3 g, ενώ των θηληκών από 830 έως 1150 g, με μέση τιμ ...
Η οικολογία του κολχικού φασιανού (Phasianus colchicus colchicus, Linneus) μελετήθηκε στο υδροχαρές δάσος του Γκοτζά-Ορμαν, στο δέλτα του ποταμού Νέστου, από το 1988 έως και το 1995. Το δασος πριν από το 1950 σε έκταση 100.000 στρέμματα. Σήμερα περιορίστηκε στα 20.000 στρέμματα τα οποία εχουν αποδοθεί στη Δασική Υπηρεσία για λευκοκαλλιέργεια. Ο κολχικός φασιανός στις αρχές του 19ο αιώνα υπήρχε σε πολλές περιοχές της Ελλάδας για να περιοριστεί πριν το 1940 βορειότερα του ποταμού Πηνειού. Σήμερα έχει περιοριστεί στο δασος του Γκοτζά-Ορμάν παραμένοντας ίσως ο μοναδικός φυσικός πληθυσμός στην Ευρώπη, μαζί με αυτόν της Βουλγαρίας. Σε γενετική σύγκριση μεταξυ των πληθυσμών Ελλάδας και Βουλγαρίας μελετήθηκαν με ηλεκτροφόρηση 18 ενζυμικά ή πρωτεινικά συστήματα.Από τα αποτελέσματα προκύπτειότι υπάρχει μεγάλη γενετική συγγένεια μεταξύ των δυο πληθυσμών. Το βάρος των αρσενικών φασιανών κυμαίνεται μεταξυ 1050 και 1450 g, με μέση τιμή τα 1258,3 g, ενώ των θηληκών από 830 έως 1150 g, με μέση τιμή 957 g. Το μέσο βάρος των αρσενικών νεοσσών κατά την εκκόλαψη ήταν 17,89±0,47 g, ενώ την 35η μέρα 213±5,37 g με μέση ημερήσια αύξηση 5,6 g. To μέσο βαρος των θηλυκών κατά την εκκόλαψη είναι 17,66±0,37 g, ενώ την 35η μέρα 165,60±6,0 g με μέση αύξηση 4,23 g. Είναι παμφάγο είδος και η ποικιλία της διατροφής του οφείλεται κυρίως στην διαθεσιμότητα της τροφής και όχι στις προτιμήσεις. Τρέφεται κυρίως με σπόρους δημητριακών, καρπόυς και χλωρά μέρη από ποώδη φυτά. Το διαιτολόγιο των νεοσσών αποτελείται κυρίως από έντομα. Γεννάει 7-14 αυγά, με μέσο όρο 11,25±2,16. Η ωοτοκία αρχίζει το 2ο δεκαήμερο του Απριλίου και τελειώνει το 2ο δεκαήμερο του Μαίου. Εάν η φωλιά καταστραφεί έχουμε επαναφώλιασμα του θηλυκού. Ο μέσος ρυθμός ωοτοκίας είναι ένα αυγό ανά 1,67 ημέρες. Η εκκόλαψη των νεοσσών αρχίζει το 1ο δεκαήμερο του Ιουνίου και τελειώνει την πρώτη εβδομάδα του Αυγούστου. Από τις 58 συνολικά φωλιές που εντοπίστηκαν εκκολάφθηκε επιτυχώς το 27,6%. Φωλιάζει συνήθως σε λευκοκαλλιέργειες, κυρίως σε νεοφυτείες, καθώς και σε λιβάδια, αγροτικές καλλιέργειες και θαμνότοπους. Ο κυριότερος παράγοντας καταστροφής της φωλιάς του είναι οι γλάροι και τα θηλαστικά, ενώ ενα μεγάλο ποσοστό καταστράφεται από γεωργικές εργασίες. Η πυκνότητα του πληθυσμού κυμάνθηκε από 19,8 άτομα /km2 την άνοιξη του 1990 μέχρι 41,9 άτομα /km2 το καλοκάιρι του 1995. Η μέση αναλογία των φύλων ήταν 1,07 αρσενικά ανά θηλυκό. Την αναπαραγωγική περίοδο τα άτομα συμπεριφέρονταν ως μονογαμικά (32,87%) και διγαμικά (27,97%). Το μέγιστο των κραξιμάτων των αρσενικών παρατηρήθηκε την περίοδο 1-15 Απριλίου με 16 κραξίματα ανά ώρα και άρχισαν το πρώτο δεκαπενθήμερο του Μαρτίου. Από τους 30 ραδιοσημανθέντεςφασιανούς που απελευθερώθηκαν το 50% θηρεύτηκε την πρώτη εβδομάδα μετα την απελευθέρωσή τους, ενώ το 36,67% επέζησε μέχρι ένα μήνα. Κυριώτεροι θηρευτές ήταν η αλεπού, και τα κουναβιά (63,33%) και τα αρπακτικά ο κραυγαετός, και ο μπούφος (23,33%). Η μέση έκταση της περιοχής ενδημίας των αρσενικών ήταν 248,6±13,03 στρέμματα, ενώ των θηλυκών 186,29±60,42 στρέμματα. Η προτίμηση στους βιοτόπους ήταν ισχυρή για την λευκοκαλλιέργεια και τις υπόλοιπες δασοσκεπείς εκτάσεις το χειμώνα, ενώ την άνοιξη και το καλοκαίρι έχουμε ισχυρή προτίμηση σε λιβάδια και αγροτικές καλλιέργειες.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The ecology of Phasianus colchicus colchicus, has been studied in the forest of Gotza-Orman, in the delta area of river Nestos, between the years 1988 and 1995. The forest of Gotza-Orman was occupied an area of over10000Ha before 1950 in a surface of from Toxotes community to the sea. Since 1950 the forest was lessened to 2000 Ha that have been given to Forest service for poplar cultivations. Phasianus colchicus was found in many areas in Greece and mainly in wetlands in the 19th century, yet it was limited before 1940 in the area above the river Peneios, in the region of Thessaly. In our days it is only found in the forest of Gotza-Orman and it consists probably a unique natural population in Europe, combined to the one of Bulgaria. In order to evaluate whether the Phasianus colchicus colchicus of the study area was genetically different from that of Bulgaria. 18 enzyme protein systems with electrophoresiswere tested. The results show a high genetic relation between the two populat ...
The ecology of Phasianus colchicus colchicus, has been studied in the forest of Gotza-Orman, in the delta area of river Nestos, between the years 1988 and 1995. The forest of Gotza-Orman was occupied an area of over10000Ha before 1950 in a surface of from Toxotes community to the sea. Since 1950 the forest was lessened to 2000 Ha that have been given to Forest service for poplar cultivations. Phasianus colchicus was found in many areas in Greece and mainly in wetlands in the 19th century, yet it was limited before 1940 in the area above the river Peneios, in the region of Thessaly. In our days it is only found in the forest of Gotza-Orman and it consists probably a unique natural population in Europe, combined to the one of Bulgaria. In order to evaluate whether the Phasianus colchicus colchicus of the study area was genetically different from that of Bulgaria. 18 enzyme protein systems with electrophoresiswere tested. The results show a high genetic relation between the two populations. The weight of male phasianus was found between 1050 to 1450 gr (male average weight=1258,3g) while the female weights were found between 830 to 1150 gr (female average weight=957g). Moreover, the average weight of male chicks was after hatching 17,89±0,47 g in the 35th day it was 213±5,37 g with average daily increase 5,69 g. The average weight of female was 17,66±0,37 g and in the 35th day it was 165,6±6,0 gr and the average daily increase was 4,23 g. Phasianus colchicus is omnivourus and the variety of its nutrition is mainly due to the availability of food and not in preferences. Its food is usually seeds of cereal, nuts and moist parts of poa vegetation. In the summer it is also increased the number of insects that constitute then a basic diet, mainly for chicks. Female phasianus lays 7-14 eggs with an average value 11,25±2,16. The birth of eggs begins the second ten days of April and ends in the second ten days of May. In the case that the nest is destroyed the female nests again. The average rate of egg-birth is one egg in 1,67 days. The hutching of chicks starts in the first ten days of June and ends in first week of August. From the 58 nests it was found that the species prefer for nesting new poplar plantations and pastures, agricultural cultivations and shrub areas. The main reasons for destroying of nests were seagulls and mammals and an additional high percentage was destroyed from agricultural tasks. The density of the population that was estimated between 19,8 intividuals /km2 in spring of 1990 and 41,9 intividuals in the summer of 1995. The average percentage of sexes was 1,07 male in respect to one female. During the reproduction period the species presented a monogamous attitude in percentage of 32,87% and digamous in a percentage of 27,97%. The maximum of male callings was observed in the period between 1 and 15 of April with 16 callings per hour and started in the first 15 days of March. From the 30 phasianus that were liberated in the study area with radio-tramsmitters 50% was eliminated by predators in the first week and 36,67% survived only a month. Basic predators were the mammals, fox and ferets with 63,33% and raptors with 23,33% (lesser spoted eagle and bubo). The average home rangefor the species with radiotransmitters was for males 24,86±1,3 Ha and for females it was 18,6±6 Ha. The preference for biotopes was strong for poplar plantations and the rest of forest covered areas for winter and during the summer and spring there is a strong preference for pastures and agricultural cultivations.
περισσότερα