Περίληψη
Στο νέο πολυπολικό, πολυεπίπεδο και πολυπαραγοντικό διεθνές περιβάλλον, η άσκηση της «εξωτερικής πολιτικής» δεν αποτελεί πλέον μονοπωλιακή διαχείριση της κεντρικής κρατικής εξουσίας. Η παγκοσμιοποίηση και η ανάπτυξη νέων μορφών διακυβέρνησης στη διεθνή σκηνή, ανέδειξαν τα τελευταία χρόνια, νέους δρώντες και νέες μορφές εφαρμογής πολιτικών ήπιας ισχύος. Σε αυτό το νέο περιβάλλον, η ικανότητα της Ένωσης να ασκεί το ρόλο της και να επιτυγχάνει τους ενωσιακούς της στόχους, δεν εξαρτάται μόνο από τη θεσμική της οργάνωση και λειτουργία, αλλά κυρίως από τον τρόπο διακυβέρνησης της. Η πολυεπίπεδη διακυβέρνηση θέτει ένα από τα κύρια θέματα της λειτουργίας της Ένωσης, εμπλέκοντας τοπικούς και περιφερειακούς θεσμούς στο σχεδιασμό και στην εφαρμογή πολιτικών, προσφέροντας υψηλότερο βαθμό αποτελεσματικότητας και τοπικής γνώσης. Η συμβολή και η επίδραση των ευρωπαϊκών περιφερειακών οντοτήτων στον εξευρωπαϊσμό της Εξωτερικής Δράσης της Ένωσης, στο πλαίσιο της Συμφωνίας Cotonou, αποτελεί την υ ...
Στο νέο πολυπολικό, πολυεπίπεδο και πολυπαραγοντικό διεθνές περιβάλλον, η άσκηση της «εξωτερικής πολιτικής» δεν αποτελεί πλέον μονοπωλιακή διαχείριση της κεντρικής κρατικής εξουσίας. Η παγκοσμιοποίηση και η ανάπτυξη νέων μορφών διακυβέρνησης στη διεθνή σκηνή, ανέδειξαν τα τελευταία χρόνια, νέους δρώντες και νέες μορφές εφαρμογής πολιτικών ήπιας ισχύος. Σε αυτό το νέο περιβάλλον, η ικανότητα της Ένωσης να ασκεί το ρόλο της και να επιτυγχάνει τους ενωσιακούς της στόχους, δεν εξαρτάται μόνο από τη θεσμική της οργάνωση και λειτουργία, αλλά κυρίως από τον τρόπο διακυβέρνησης της. Η πολυεπίπεδη διακυβέρνηση θέτει ένα από τα κύρια θέματα της λειτουργίας της Ένωσης, εμπλέκοντας τοπικούς και περιφερειακούς θεσμούς στο σχεδιασμό και στην εφαρμογή πολιτικών, προσφέροντας υψηλότερο βαθμό αποτελεσματικότητας και τοπικής γνώσης. Η συμβολή και η επίδραση των ευρωπαϊκών περιφερειακών οντοτήτων στον εξευρωπαϊσμό της Εξωτερικής Δράσης της Ένωσης, στο πλαίσιο της Συμφωνίας Cotonou, αποτελεί την υπόθεση εργασίας της διατριβής, σε μια επιστημονική προσπάθεια ανάδειξης του ρόλου των ευρωπαϊκών περιφερειακών οντοτήτων σε ενεργούς δρώντες στην Εξωτερική Δράση της Ένωσης στο πλαίσιο της Πολυεπίπεδης Ευρωπαϊκής Διακυβέρνησης.Η μελέτη εστιάζεται στη συμβατική σχέση των δυο περιφερειακών συστημάτων, ήτοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ομάδας Χωρών Α.Κ.Ε (Αφρική, Καραϊβική και Ειρηνικός), μια σχέση που αποτελεί ένα «πρότυπο» συνεργασίας μεταξύ Βορρά-Νότου καθώς διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά της περιφερειοποίησης και της διαπεριφερειακής συνεργασίας. Μια σχέση που αρχικά επικεντρώθηκε μέσω των Συμβάσεων Yaoundé Ι-ΙΙ και Lomé I-IV, στην Αναπτυξιακή Συνεργασία και στην Ανθρωπιστική Βοήθεια και έχει φθάσει οι δυο πλευρές να συνδιαλέγονται ως ισότιμοι εταίροι μέσα από τον πολιτικό διάλογο της Συμφωνίας Cotonou (2000- 2020). Η διαδικασία της «περιφερειοποίησης» που προωθεί η Ένωση, απαιτεί διαδικασίες πολιτικής αποκέντρωσης και διαπεριφερειακών συνεργασιών και αποδυνάμωση της αποκλειστικότητας της πολιτικής δύναμης του κράτους- έθνους. Η κατανόηση του βαθμού δυνητικής συμμετοχής των ευρωπαϊκών περιφερειακών οντοτήτων στην άσκηση της Εξωτερικής Δράσης της Ένωσης, αποτελεί μια νέα 3 προσέγγιση, καθώς μέχρι σήμερα, οι αρμοδιότητες αυτές περιορίζονται στα κράτη μέλη και στα αρμόδια θεσμικά όργανα της ΕΕ. Πρωτοβουλίες των ευρωπαϊκών περιφερειακών οντοτήτων με σκοπό τη λειτουργία τους ως ο Τρίτος Πόλος στο νέο ευρωπαϊκό μοντέλο διακυβέρνησης και την ενεργό συμμετοχή τους στην Εξωτερική Δράση της ΕΕ, μέσα από τυπικές ή άτυπες διαδικασίες, την ανάδυση της «Διπλωματίας» ή της «(Παρα)- διπλωματίας» των περιφερειών υπερβαίνοντας στην πράξη τα αναγνωρισμένα εθνικά σύνορα, αποτελούν πολιτικές που μπορούν να αναπτύξουν οι ευρωπαϊκές περιφερειακές οντότητες. Η συμμετοχή των περιφερειακών οντοτήτων στη διακυβέρνηση της ΕΕ, διαφοροποιείται ανάλογα με το θεσμικό τους ρόλο και τις θεσμικές τους ικανότητες ως προς τον τρόπο λήψης αποφάσεων, τον κοινοβουλευτικό έλεγχο και την έννοια της νομιμότητας. Η «Αποκέντρωση», αποτελεί μια σημαντική συνιστώσα ως μέρος μιας ευρύτερης διαδικασίας πολιτικής μεταρρύθμισης γιατί συναρτάται με τα κρατικά μοντέλα διακυβέρνησης και ως εκ τούτου τη δυναμική που αναπτύσσουν οι ευρωπαϊκές περιφέρειες για να έχουν επαρκή αυτονομία σύμφωνα με το σύνταγμα ή την εθνική νομοθεσία.Κατά πόσο αυτό επιτυγχάνεται, μέσα από ποιες διαδικασίες και με ποια αποτελέσματα, αποτυπώνεται με σαφήνεια στα έξι κεφάλαια της διατριβής, μέσα από μια εμπεριστατωμένη ανάλυση σε επίπεδο βιβλιογραφικής τεκμηρίωσης και έρευνας, που με όχημα τον κοινωνιολογικό θεσμισμό, οδηγούν στη διαπίστωση πως η διαδικασία «κοινωνικοποίησης» και ωρίμανσης των θεσμών, σε επίπεδο εμπλοκής νέων δρώντων στην άσκηση της Εξωτερικής Δράσης της Ένωσης και της συμβολής στον εξευρωπαϊσμό της, έχει πολύ δρόμο να διανύσει. Σε αυτό το σημείο, η Ένωση πρέπει να εμβαθύνει τη διαδικασία της περιφερειοποίησης και του εξευρωπαϊσμού των πολιτικών της , εμπλέκοντας κι άλλους δρώντες σε αυτή τη διαδικασία, όπως τις ευρωπαϊκές περιφέρειες.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
In this new multipolar, multi-level and multi-factor international environment, the exercise of “foreign policy” is no longer the monopoly of the central state administration. Globalisation and the development of new forms of governance in the international scene have, in recent years, brought to the surface new actors and new forms of soft-power policy implementations. In this new environment, the ability of the Union to exercise its role and accomplish its union objectives does not depend only on its institutional organisation and function, but also on its way of governance. A multi-level governance sets one of the main themes of the function of the Union, bringing into the fold local and regional institutions in the design and implementation of policies, offering thus a higher degree of effectiveness and local knowledge. The contribution and impact of European regional entities in the Europeanisation of the Union’s External Action, in the framework of the Cotonou Agreement ...
In this new multipolar, multi-level and multi-factor international environment, the exercise of “foreign policy” is no longer the monopoly of the central state administration. Globalisation and the development of new forms of governance in the international scene have, in recent years, brought to the surface new actors and new forms of soft-power policy implementations. In this new environment, the ability of the Union to exercise its role and accomplish its union objectives does not depend only on its institutional organisation and function, but also on its way of governance. A multi-level governance sets one of the main themes of the function of the Union, bringing into the fold local and regional institutions in the design and implementation of policies, offering thus a higher degree of effectiveness and local knowledge. The contribution and impact of European regional entities in the Europeanisation of the Union’s External Action, in the framework of the Cotonou Agreement, forms the working hypothesis of this dissertation, in a scientific effort to showcase the role of European regional entities as actors in the Union’s External Action in the framework of the Multi-level European Governance. The study focuses on the conventional relationship between of the two regional systems, the European Union and the Group of ACP Countries (Africa, Caribbean and Pacific), a relationship that constitutes a “model” cooperation between North and South, as it has all the characteristics of regionalisation and inter-regional cooperation. A relationship that has initially focused, through the Yaoundé Ι-ΙΙ and Lomé I-IV Conventions, on Development Cooperation and Humanitarian Assistance, and has come to be considered an equal partner in the political dialog through the Cotonou Agreement (2000-2020). The process of “regionalisation” that the Union promotes requires processes of political decentralisation and inter-regional partnerships, weakening the exclusivity of the political power of the nation-state. Understanding the degree of potential participation of the European regional entities in the exercise of the Union’s External Action is a new approach, as, until today, these responsibilities were limited to member states and to the competent EU institutions. European regional entities can develop and initiate policies, in order to function as the Third Pole in the new European governance model and to play an active role in the External Action of the 5EU, through formal or informal processes, bringing to the fore the “Diplomacy” or the “Para-Diplomacy” of the regions and effectively superseding recognised national borders. The participation of the regional entities in the EU governance is diversified according to their institutional role and their institutional capacity in decision-making, parliamentary control and legalisation. “Decentralisation” is an important component of a wider political reform process, as it is dependent on the state governance models and the consequent dynamic momentum that European regional authorities develop so as to have adequate autonomy, based on the constitution or the national laws. To what extent they actually manage this, through which processes and with what results is clearly captured in the six chapters of this thesis, through a wellevidenced analysis based on detailed bibliographical documentation and research, which, using sociological institutionism as a vehicle, lead to the conclusion that the process of “socialisation” and the maturity of the institutions, as far as the participation of new actors in the exercise of the Union’s External Action and their contribution to Europeanisation is concerned, has still a long way to go. At this point, the Union needs to deepen the process of regionalisation and Europeanisation of its policies and promote other actors in this process, such as the European regions.
περισσότερα