Περίληψη
Στην προκείμενη εργασία εξετάζεται με τη βοήθεια μορφών της θεωρίας της πρόσληψης και της διακειμενικότητας ο τρόπος με τον οποίο ο Δημήτριος Κυδώνης, σημαίνων ουμανιστής λόγιος και πολιτικός του παλαιολόγειου Βυζαντίου, προσλαμβάνει και αξιοποιεί παλαιότερο υλικό και το ενσωματώνει ή το αφομοιώνει στο έργο του, εκφράζοντας τη στάση του απέναντι στα ποικίλα και δραματικά πολιτικά, θεολογικά και κοινωνικά δρώμενα της εποχής του. Η πρόσληψη αυτού του υλικού παρουσιάζεται τόσο με ποσοτικούς όσο και ποιοτικούς όρους. Από την ειδολογική εξέταση των έργων από τα οποία προσλαμβάνεται υλικό προκύπτει ότι κυρίαρχη θέση κατέχουν οι προσλήψεις από τους κλασικούς Έλληνες συγγραφείς με σαφή υπεροχή του Πλάτωνα, ενώ ακολουθεί ο Όμηρος και έπονται ο Δημοσθένης και ο Αριστοτέλης, το δε έργο των ιστορικών αποτελεί περισσότερο πηγή παραδειγματικού υλικού. Από τη θεολογική γραμματεία, συχνότερα ο Κυδώνης προσφεύγει στον καινοδιαθηκικό λόγο. Όσον αφορά τη σειρά προτίμησης και τα ποσοστά των χρησιμοποιούμ ...
Στην προκείμενη εργασία εξετάζεται με τη βοήθεια μορφών της θεωρίας της πρόσληψης και της διακειμενικότητας ο τρόπος με τον οποίο ο Δημήτριος Κυδώνης, σημαίνων ουμανιστής λόγιος και πολιτικός του παλαιολόγειου Βυζαντίου, προσλαμβάνει και αξιοποιεί παλαιότερο υλικό και το ενσωματώνει ή το αφομοιώνει στο έργο του, εκφράζοντας τη στάση του απέναντι στα ποικίλα και δραματικά πολιτικά, θεολογικά και κοινωνικά δρώμενα της εποχής του. Η πρόσληψη αυτού του υλικού παρουσιάζεται τόσο με ποσοτικούς όσο και ποιοτικούς όρους. Από την ειδολογική εξέταση των έργων από τα οποία προσλαμβάνεται υλικό προκύπτει ότι κυρίαρχη θέση κατέχουν οι προσλήψεις από τους κλασικούς Έλληνες συγγραφείς με σαφή υπεροχή του Πλάτωνα, ενώ ακολουθεί ο Όμηρος και έπονται ο Δημοσθένης και ο Αριστοτέλης, το δε έργο των ιστορικών αποτελεί περισσότερο πηγή παραδειγματικού υλικού. Από τη θεολογική γραμματεία, συχνότερα ο Κυδώνης προσφεύγει στον καινοδιαθηκικό λόγο. Όσον αφορά τη σειρά προτίμησης και τα ποσοστά των χρησιμοποιούμενων αγιογραφικών συγγραφέων στο επιστολογραφικό corpus του Κυδώνη, οι αναφορές στην Παλαιά Διαθήκη κατανέμονται στα επιμέρους βιβλία με υπεροχή των Ψαλμών, από την Καινή Διαθήκη σαφής είναι η υπεροχή του Παύλου σε προσλήψεις κάθε είδους ενώ δεύτερη συχνότερη πηγή προσληψιακού υλικού αποτελεί το Ευαγγέλιο του Ματθαίου. Επιπλέον, ο Κυδώνης αξιοποιεί και τη λαϊκή σοφία, εντάσσοντας στο έργο του παραπομπές σε παροιμίες και αισώπειους μύθους.Από τα μη επιστολικά του κείμενα είναι σαφής η υπεροχή των διακειμενικών παραπομπών του Δημητρίου Κυδώνη στην Καινή Διαθήκη στις Απολογίες του και στην Θρησκευτική του Διαθήκη, αλλά και στα υπόλοιπα έργα θεολογικού προσανατολισμού. Στη φιλοσοφική- ηθική επιστολική πραγματεία Λόγος ὅπως ἄλογον τό τοῦ θανάτου δέος ἀποδεικνύων κύριο προκείμενό του είναι το πλατωνικό έργο Φαίδων και άλλα πλατωνικά κείμενα, αλλά και πατέρες της εκκλησίαςΑπό την εξέταση των προσλήψεων- θύραθεν και χριστιανικών- στις επιστολές του Κυδώνη, σε συσχετισμό αρχικά με τους αποδέκτες των επιστολών και στη συνέχεια με το περιεχόμενό τους, προκύπτει ότι η διακειμενικότητα είναι εντονότερη στις επιστολές που απευθύνονται στον αυτοκράτορα Μανουήλ, στα λοιπά μέλη της αυτοκρατορικής οικογένειας και στους φίλους με τους οποίους μοιράζεται τη φιλολογική μόρφωση, ενώ επιπλέον, μέσω των μορφών της διακειμενικότητας σχολιάζονται εμφατικά ποικιλώνυμα θέματα, πολιτικά, ιδιωτικά, πνευματικά/φιλολογικά και θρησκευτικά.Πιο σύνθετη είναι η εικόνα των προσλήψεων στα θεωρητικά έργα του, καθώς αυτές επιλέγονται και οργανώνονται με βάση τους ειδικότερους στόχους που επιδιώκονται σε κάθε επιμέρους κείμενο. Απαντούν εκτός των μεμονωμένων, αυτούσιων ή νυκτικών, ονομαστικών ή αόριστων παραπομπών, ακόμα και σωρείτες προσλήψεων, τόσο θύραθεν όσο και χριστιανικών, και μάλιστα με συμφυρμό και των δύο, που συχνότερα αναπλαισιώνονται. Συνολικά, αποδεικνύεται ότι η εύστοχη επιλογή του προγενέστερου υλικού, η δημιουργική εμπλοκή του με αποτέλεσμα την παραγωγή καινούριου νοήματος, χαρακτηριστική της λειτουργίας της διακειμενικότητας, δικαιώνει τη χρήση της πρόσληψης με τη δημιουργική της σημασία στο έργο του Κυδώνη.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The present paper examines, through the forms of the reception theory and the theory of intertextuality, the way in which Demetrios Cydones, an important humanist scholar and politician of the Palaeologean Byzantium, receives and exploits older material, and integrates or assimilates it into his work, expressing his attitude towards the varied and dramatic political, theological and social events of his time.The reception of this material is presented in both quantitative and qualitative terms. From the genre examination of the works from which material is received, it is clear that dominating position hold the classical Greek writers with a clear supremacy of Plato, followed by Homer, Demosthenes and Aristotle, while the work of historians is rather a source of exemplary material. From the theological literature, the New Testament is more often used by Cydones.Regarding the order of preference and the rates of biblical writers used in the Cydones’ epistolographic corpus, references to ...
The present paper examines, through the forms of the reception theory and the theory of intertextuality, the way in which Demetrios Cydones, an important humanist scholar and politician of the Palaeologean Byzantium, receives and exploits older material, and integrates or assimilates it into his work, expressing his attitude towards the varied and dramatic political, theological and social events of his time.The reception of this material is presented in both quantitative and qualitative terms. From the genre examination of the works from which material is received, it is clear that dominating position hold the classical Greek writers with a clear supremacy of Plato, followed by Homer, Demosthenes and Aristotle, while the work of historians is rather a source of exemplary material. From the theological literature, the New Testament is more often used by Cydones.Regarding the order of preference and the rates of biblical writers used in the Cydones’ epistolographic corpus, references to the Old Testament are divided into the individual books with superiority of the Psalms, while from the New Testament Paul's superiority in the reception of all kinds is clear of and the second most frequent source of the receptional material is the Gospel of Matthew. In addition, Cydones exploits popular wisdom, including in his work references to proverbs and aesopian myths.From his non-epistle texts, the primacy of the intertextual references of Demetrios Cydones to the New Testament in his apologies and his Religious Testament, as well as to the other works of theological orientation, is clear. In the philosophical-moral epistolary treatise, Λόγος ὅπως ἄλογον τό τοῦ θανάτου δέος ἀποδεικνύων his main pre-text is the Platonic work of Phaedon and other Platonic texts, but also texts of Fathers of the church.From the examination of quotations - profane and Christian - in Cydones’ letters, in correlation first of all with the recipients of the letters and then with their content, it appears that intertextuality is more intense in the letters addressed to Emperor Manuel, to the other members of the imperial family and to friends with whom he shares the same literary education, while, in addition, through the forms of intertextuality, varied themes are emphatically discussed; political, private, intellectual and theological.More complex is the image of the receptions in his theoretical works, as they are selected and organized on the basis of the specific objectives pursued in each individual text. In addition to single, unchanged, nominal or vague references, even clusters are found, derived from profane and christian texts- and in particular with both composed in conjugations- which are more frequently reframed.In total, it is proven that the choice of the earlier material, its creative involvement, resulting in the production of a new meaning, characteristic of the function of intertextuality, justifies the use of reception with its creative meaning in Cydones’ work.
περισσότερα