Περίληψη
Η παρούσα εργασία, θεωρώντας κοινωνικά δεδομένη τη θεσμική συνάφεια των παιδιών και του σχολείου, είναι μια μελέτη για τον τρόπο σχηματισμού της ταυτότητας των παιδιών που εργάζονται στο δρόμο και της σχέσης τους με το εκπαιδευτικό σύστημα. Στόχο δε, έχει να προτείνει μία ψυχο – κοινωνιολογική αλλά και παιδαγωγική τυπολογία για την καλύτερη κατανόηση της συγκεκριμένης κοινωνικής ομάδας. Αναμφίβολα, ο δυτικός πολιτισμός -ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα, με σκοπό την προστασία και την ασφάλεια-ως ‘τόπος’ όρισε τους τόπους μέσα στους οποίους οφείλουν τα παιδιά να βρίσκονται∙ την οικογένεια και το σχολείο. Όρισε επίσης και τους χρόνους∙ τα παιδιά στην προστατευμένη συγχρονικότητά τους γίνονται αντιληπτά ως άχρονα, αλλά στην εν δυνάμει ενήλικη ζωή τους μετατρέπονται σε σημαντικό ανθρώπινο κεφάλαιο. Εντούτοις, η παιδική ηλικία δεν μπορεί πλέον να ορίζεται στη βάση βιολογικών υπαγορεύσεων μη πολιτισμικά καθορισμένων, ούτε ιστορικών αναπαραστάσεων, αγνοώντας τη σύγχρονη πολλαπλότητά ...
Η παρούσα εργασία, θεωρώντας κοινωνικά δεδομένη τη θεσμική συνάφεια των παιδιών και του σχολείου, είναι μια μελέτη για τον τρόπο σχηματισμού της ταυτότητας των παιδιών που εργάζονται στο δρόμο και της σχέσης τους με το εκπαιδευτικό σύστημα. Στόχο δε, έχει να προτείνει μία ψυχο – κοινωνιολογική αλλά και παιδαγωγική τυπολογία για την καλύτερη κατανόηση της συγκεκριμένης κοινωνικής ομάδας. Αναμφίβολα, ο δυτικός πολιτισμός -ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα, με σκοπό την προστασία και την ασφάλεια-ως ‘τόπος’ όρισε τους τόπους μέσα στους οποίους οφείλουν τα παιδιά να βρίσκονται∙ την οικογένεια και το σχολείο. Όρισε επίσης και τους χρόνους∙ τα παιδιά στην προστατευμένη συγχρονικότητά τους γίνονται αντιληπτά ως άχρονα, αλλά στην εν δυνάμει ενήλικη ζωή τους μετατρέπονται σε σημαντικό ανθρώπινο κεφάλαιο. Εντούτοις, η παιδική ηλικία δεν μπορεί πλέον να ορίζεται στη βάση βιολογικών υπαγορεύσεων μη πολιτισμικά καθορισμένων, ούτε ιστορικών αναπαραστάσεων, αγνοώντας τη σύγχρονη πολλαπλότητά της, διότι ως θεσμοθετημένο μοντέλο κινδυνεύει να μετατραπεί σε σημείο σύγκρισης και αξιολόγησης υποβιβάζοντας και εξοβελίζοντας ως κατώτερο και παρεκκλίνον καθετί διαφορετικό. Στην κοινωνική διαπλοκή των παραπάνω, τα ‘παιδιά του δρόμου’, θέτουν τα όρια μεταξύ κανονιστικού προτύπου και απόκλισης ή (και) αποκλεισμού, καθώς και τα όρια μεταξύ πολιτισμικής/κοινωνικής ιδιαιτερότητας και αρνητικής διάκρισης ή (και) εκμετάλλευσης. Η αγωνία για την «χαμένη παιδική αθωότητα» θυματοποιεί τα παιδιά αυτά μέσα από την έκδηλη αφαίρεση της υποκειμενικότητας τους, ενώ η απλή περιγραφή του φαινομένου κινδυνεύει να χαρακτηριστεί για πολιτισμική σχετικότητα. Από την άλλη η εκπαίδευση θα μπορούσε ενδεχομένως να αποτελέσει ένα σημείο αντίστασης και ένα θεμέλιο διεκδίκησης. Ωστόσο, φαίνεται να ελλοχεύουν μια σειρά από θεσμικά εμπόδια και από εσκεμμένες ή μη παραλείψεις, μετατρέποντας το χώρο του σχολείου σε άβατο. Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι να διερευνήσει, στα πλαίσια της ελληνικής πραγματικότητας και συγκεκριμένα στην πόλη της Αθήνας, τις ποιοτικές διαστάσεις της κοινωνικής διαφοροποίησης και του κοινωνικού αποκλεισμού ομάδων της παιδικής ηλικίας. Κατά συνέπεια στους στόχους της έρευνας περιλαμβάνεται η μελέτη των παραγόντων που σχετίζονται με τη διαμόρφωση της κοινωνικής ταυτότητας των παιδιών και το είδος των ασχολιών τους, τα χαρακτηριστικά της οικογένειας ή της ευρύτερης ομάδας ενηλίκων, την πρόσβαση στις εκπαιδευτικές παροχές και τη γενικότερη σχολική εικόνα και τέλος την ύπαρξη αντικρουόμενων δυνάμεων σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο όσον αφορά τη διαχείριση της παιδικής ηλικίας. Αντλώντας από τις θεωρίες της Κοινωνιολογίας της Παιδικής Ηλικίας και την έμφαση που δίνεται στη σημασία να ακουστούν οι ‘φωνές’ των παιδιών, η έρευνα υιοθετεί ποιοτική μεθοδολογία που έχει στο κέντρο της τη συνέντευξη βάθους και τη συμμετοχική παρατήρηση για την άντληση των δεδομένων και την επεξεργασία τους. Μέσα από μία τετραετή και εντατική έρευνα πεδίου, φάνηκε να αναδύεται μία παιδική ταυτότητα που συγκροτείται στη βάση των πολιτισμικών αποθεμάτων και των διαδικασιών κοινωνικού αποκλεισμού. Σε κάθε περίπτωση, θέση μας είναι ότι η ενδυνάμωση της φωνής των παιδιών στην ερευνητική διαδικασία, συμβάλλει όχι μόνο στην κατανόησή τους, αλλά αποτελεί και ένα ζωτικό βήμα προς μία κοινωνική και εκπαιδευτική πολιτική που θα μπορεί με θετικό τρόπο να επηρεάζει τη ζωή τους αφυπνίζοντας τα κοινωνικά αντανακλαστικά και μεταφράζοντάς τα σε ουσιαστικές πολιτικές λύσεις.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The present research, taking for granted the institutional connection between children and school, is a study on street children’s identity formation and also on their relationship with the educational system. It aims to suggest a psycho – sociological and also pedagogical typology for the best understanding of this specific social group. Undoubtedly, western civilization, especially during the 20th century with the purpose of protection and security, as a ‘place’ set the places within which children should be: that is, family and school. Times were also appointed; in their concurrence, children have been perceived to be timeless, but during their potential adulthood they have been converted into an important human chapter. However, childhood can neither be perceived on the basis of culturally undefined biological dictates nor on the basis of historical representations, ignoring its contemporary multiplicity, because as an institutionalized model it turns into a point of comparison and ...
The present research, taking for granted the institutional connection between children and school, is a study on street children’s identity formation and also on their relationship with the educational system. It aims to suggest a psycho – sociological and also pedagogical typology for the best understanding of this specific social group. Undoubtedly, western civilization, especially during the 20th century with the purpose of protection and security, as a ‘place’ set the places within which children should be: that is, family and school. Times were also appointed; in their concurrence, children have been perceived to be timeless, but during their potential adulthood they have been converted into an important human chapter. However, childhood can neither be perceived on the basis of culturally undefined biological dictates nor on the basis of historical representations, ignoring its contemporary multiplicity, because as an institutionalized model it turns into a point of comparison and evaluation and it, ultimately, degrades and banishes as inferior and abnormal anything that is different. In the social interweaving of the above, the 'street children', set the limits between the regulatory model and deviation or (and) exclusion, as well as the boundaries between cultural/social specificity and negative discrimination and/or exploitation. Anxiety for the "lost childhood innocence" victimises these children through the apparent removal of their subjectivity, while the simple description of the phenomenon is at risk to be characterized as cultural relativity. On the other hand, education, could possibly serve as a point of resistance and a foundation to claim. However, it seems that a number of institutional obstacles and deliberate or not oversights lurk, converting schools into an impassable. This research attempts to examine within the framework of Greece and mainly of Athens the qualitative dimensions of social diversity and social exclusion for some childhood’s groups. As a result, this study sets as goals to survey the factors that are connected with the formation of these children’s social identity as well as their occupation, the characteristics of their wider group of adults, access to education and the quality of their school attendance and finally the existence of conflicting social and political ideas as far as the confronting of childhood is concerned. By drawing on Sociology of Childhood’s theory and the emphasis that is being placed on the importance of children’s ‘voices’ being heard our research sets a qualitative methodology having at its centre the in – depth interview and the participating observation as far as the data collection and the data processing is concerned. After a four – year intensive field research there seem to emerge a child identity which is made up of cultural stocks in conjunction with processes of social exclusion. In any case, we argue that giving power and voice to children during the research process becomes a vital step towards a social and educational policy which can profoundly affect their lives awakening social reflexes and translating them into substantial political solutions.
περισσότερα