Περίληψη
Παρά το γεγονός ότι μια επιχείρηση μπορεί να χρηματοδοτήσει το επενδυτικό της πρόγραμμα μέσα από ένα πλήθος πηγών χρηματοδότησης, αυτό δε σημαίνει ότι όλες οι επιχειρήσεις έχουν ίση πρόσβαση σε αυτές. Με άλλα λόγια, οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την τραπεζική και την εμπορική πίστωση, καθώς εξαιτίας του μεγέθους τους και της αδιαφάνειας που χαρακτηρίζει την οικονομική τους κατάσταση έχουν περιορισμένη πρόσβαση σε χρηματοδότηση ομολόγων και μετοχών. Ο στόχος της παρούσας διδακτορικής διατριβής είναι η βελτίωση της κατανόησης για την πρόσβαση σε χρηματοδότηση των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, εξετάζοντας τα πιστωτικά αποτελέσματα στη ζώνη του ευρώ με επίκεντρο τις ανωτέρω δύο κρίσιμες εξωτερικές πηγές χρηματοδότησης για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (τραπεζική πίστωση και εμπορικές πιστώσεις) .Το κεφάλαιο 1 προσφέρει κυρίως μια ανασκόπηση της θεωρητικής και εμπειρικής βιβλιογραφίας σχετικά με τα πιστωτικά αποτελέσματα, ενώ στο Κεφάλαιο 2 παρουσιάζον ...
Παρά το γεγονός ότι μια επιχείρηση μπορεί να χρηματοδοτήσει το επενδυτικό της πρόγραμμα μέσα από ένα πλήθος πηγών χρηματοδότησης, αυτό δε σημαίνει ότι όλες οι επιχειρήσεις έχουν ίση πρόσβαση σε αυτές. Με άλλα λόγια, οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την τραπεζική και την εμπορική πίστωση, καθώς εξαιτίας του μεγέθους τους και της αδιαφάνειας που χαρακτηρίζει την οικονομική τους κατάσταση έχουν περιορισμένη πρόσβαση σε χρηματοδότηση ομολόγων και μετοχών. Ο στόχος της παρούσας διδακτορικής διατριβής είναι η βελτίωση της κατανόησης για την πρόσβαση σε χρηματοδότηση των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, εξετάζοντας τα πιστωτικά αποτελέσματα στη ζώνη του ευρώ με επίκεντρο τις ανωτέρω δύο κρίσιμες εξωτερικές πηγές χρηματοδότησης για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (τραπεζική πίστωση και εμπορικές πιστώσεις) .Το κεφάλαιο 1 προσφέρει κυρίως μια ανασκόπηση της θεωρητικής και εμπειρικής βιβλιογραφίας σχετικά με τα πιστωτικά αποτελέσματα, ενώ στο Κεφάλαιο 2 παρουσιάζονται η περιγραφή και οι ιδιότητες των δεδομένων που αναλύονται στην παρούσα εργασία.Το κεφάλαιο 3 ασχολείται με τις εμπειρικές τεχνικές που χρησιμοποιούνται για τη μοντελοποίηση των οικονομικών μεταβλητών που παίρνουν περιορισμένες τιμές. Αυτά τα μοντέλα είναι σχετικά για την εργασία αυτή, δεδομένου ότι μας βοηθούν να ξεπεράσουμε ειδικά οικονομετρικά θέματα που σχετίζονται με δυαδικές μεταβλητές που προκύπτουν σε όλη την έρευνά μας. Το κεφάλαιο 4 επικεντρώνεται στην από κοινού πιθανότητα εμφάνισης πιστωτικού περιορισμού όπως μοντελοποιήθηκε από ένα πλαίσιο συστήματος (Bivariate Probit). Αυτή η από κοινού πιθανότητα αναφέρεται σε μια ομάδα ΜΜΕ που είναι ουσιαστικά αποκομμένες από την εξωτερική χρηματοδότηση, δεδομένου ότι οι τραπεζικές και οι εμπορικές πιστώσεις είναι μακράν οι κύριες εξωτερικές πηγές χρηματοδότησης για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Τα εμπειρικά αποτελέσματα που προκύπτουν προσφέρουν θετικές ενδείξεις πως τα δύο φαινόμενα πιστωτικού περιορισμού συνδέονται στενά μεταξύ τους, γεγονός που υποδηλώνει την παρουσία κοινών στοιχείων στους στοχαστικούς παράγοντες που τα επηρεάζουν. Τα αποτελέσματά μας υποδεικνύουν ότι ο από κοινού πιστωτικός περιορισμός είναι λιγότερο πιθανό φαινόμενο για τις επιχειρήσεις με περισσότερο ενισχυμένα σύνολα επενδυτικών ευκαιριών και για τις λιγότερο αδιαφανείς οικονομικά επιχειρήσεις. Επιπλέον, πέρα και πάνω από τις συγκεκριμένες επιδράσεις που σχετίζονται με τις επιχειρήσεις, τεκμηριώνουμε σημαντικές επιπτώσεις που οφείλονται σε καθορισμένα φαινόμενα των χωρών, γεγονός που σημαίνει ότι ο πιστωτικός περιορισμός επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από μακροοικονομικές συνθήκες.Το κεφάλαιο 5 διερευνά τους καθοριστικούς παράγοντες της αποθάρρυνσης, τόσο από την τραπεζική πίστωση όσο και από τις εμπορικές πιστώσεις. Επιλέγουμε να υπολογίσουμε δύο μοντέλα Bivariate Probit με επιλογή δείγματος μέσω τεχνικών μέγιστης πιθανότητας, έτσι ώστε να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά τα ζητήματα μη τυχαιότητας του δείγματος. Τα εμπειρικά αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι η αποθάρρυνση τραπεζικής πίστωσης επηρεάζεται από την κερδοφορία, τον κύκλο εργασιών, τη μόχλευση, τα καθαρά έξοδα τόκων και το μέγεθος της επιχείρησης. Επιπλέον, τεκμηριώνουμε την ετερογένεια τομέων και χωρών, ενώ η ίδια ανάλυση πραγματοποιείται για την εμπορική πίστωση, παρέχοντας παρόμοια αποτελέσματα.Το κεφάλαιο 6 μελετά τους καθοριστικούς παράγοντες της πιθανότητας της αντιλαμβανόμενης επιδείνωσης της διαθεσιμότητας τραπεζικής και εμπορικής πίστωσης. Διεξάγουμε αυτή την έρευνα με τη χρήση ενός πλαισίου συστήματος (Bivariate Ordered Probit t). Τα εμπειρικά αποτελέσματα της μελέτης αυτής δείχνουν ότι τα χαρακτηριστικά της εταιρείας (κύκλος εργασιών, τα καθαρά έξοδα τόκων και η μόχλευση) παίζουν ρόλο για την αντιλαμβανόμενη διαθεσιμότητα της εξωτερικής χρηματοδότησης. Επιπλέον, αυτή η πιθανότητα είναι αντιστρόφως ανάλογη με το μέγεθος της επιχείρησης. Επιπρόσθετα, η αντιλαμβανόμενη διαθεσιμότητα της εξωτερικής χρηματοδότησης επηρεάζεται θετικά από διάφορους παράγοντες, που εν μέρει σχετίζονται με τη γενική οικονομική κατάσταση, την ειδική κατάσταση της επιχείρησης (πρόσβαση σε οικονομική στήριξη, ίδια κεφάλαια, πιστωτικό ιστορικό εταιρείας, προοπτική των πωλήσεων και της κερδοφορίας ή επιχειρηματικό σχέδιο) και τη στάση των δανειστών (προθυμία των τραπεζών να παρέχουν δάνεια, προθυμία των επιχειρηματικών εταίρων για την παροχή εμπορικών πιστώσεων). Επιπλέον, παρατηρούμε σημαντικές επιπτώσεις που σχετίζονται με εθνικούς παράγοντες, οι οποίες δείχνουν ότι η αντιλαμβανόμενη εξωτερική πιστοληπτική διαθεσιμότητα επηρεάζεται βαθύτατα από τη μακροοικονομική κατάσταση της χώρας.Το κεφάλαιο 7 μελετά την εμπιστοσύνη των δανειοληπτών να διαπραγματευτούν με τις τράπεζες και να πετύχουν το επιθυμητό αποτέλεσμα. Αυτή η συγκεκριμένη αίσθηση θεωρείται ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα για διερεύνηση, καθώς συντελεί στη διάκριση μεταξύ αποθαρρυμένων δανειοληπτών και πλήρως ή εν μέρει απορριφθέντων δανειοληπτών. Τα αποτελέσματα Probit δείχνουν ότι οι μεταβλητές που απεικονίζουν την παρελθούσα και μελλοντική ανάπτυξη της επιχείρησης φαίνεται να είναι σημαντικές ως προς την πιθανότητα της εμπιστοσύνης. Επιπλέον, το μέγεθος της επιχείρησης, η ηλικίας της και χαρακτηριστικά όπως η μόχλευση, η κερδοφορία και οι καθαρές χρηματοοικονομικές δαπάνες φαίνεται να επηρεάζουν την πιθανότητα της εμπιστοσύνης. Τέλος, το κεφάλαιο 8 αναφέρεται στα συμπεράσματα και τις οικονομικές επιπτώσεις που έχουν προκύψει στον τομέα της έρευνας μας.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Although a firm can finance its investment project through a multitude funding sources it does not mean that all firms have equal access to them. In other words, Small and Medium Enterprises rely heavily on bank and trade credit as due to their opaque nature and their size they have limited access to bond and equity financing. This is exactly the goal of this thesis to enhance our understanding of the access to finance of small and medium-sized enterprises by examining the credit outcomes in euro area focusing on the above two crucial external finance sources for SMEs (bank credit and trade credit). Chapter 1 mainly offers a review of the theoretical and empirical literature on credit outcomes while in Chapter 2 the description and the properties of the data analyzed in this thesis are presented.Chapter 3 discusses the empirical techniques used to model economic variables that are of limited-dependent nature. These models are relevant for this thesis since they help us to overcome sp ...
Although a firm can finance its investment project through a multitude funding sources it does not mean that all firms have equal access to them. In other words, Small and Medium Enterprises rely heavily on bank and trade credit as due to their opaque nature and their size they have limited access to bond and equity financing. This is exactly the goal of this thesis to enhance our understanding of the access to finance of small and medium-sized enterprises by examining the credit outcomes in euro area focusing on the above two crucial external finance sources for SMEs (bank credit and trade credit). Chapter 1 mainly offers a review of the theoretical and empirical literature on credit outcomes while in Chapter 2 the description and the properties of the data analyzed in this thesis are presented.Chapter 3 discusses the empirical techniques used to model economic variables that are of limited-dependent nature. These models are relevant for this thesis since they help us to overcome special econometric issues which are related to binary variables that arise throughout our research. Chapter 4 focuses on the joint probability of rationing occurrence formulated by a system framework (Bivariate Probit). This joint probability refers to a group of SMEs that is essentially cut off from external funding, given that bank and trade credit are by far the dominant external financing sources for SMEs. Our empirical results offer us positive evidence that the two rationing phenomena are strongly interrelated, suggesting the presence of commonality in the stochastic factors driving the two rationing processes. Our results indicate that joint rationing is less likely for firms with more enhanced investment opportunity sets and for less financially opaque firms. Moreover, over and above the firm-specific effects, we document substantial fixed country effects, which imply that the joint probability rationing outcomes are heavily affected by macroeconomic conditions.Chapter 5 explores the determinants of discouragement, both on bank credit and trade credit. We choose to estimate two Bivariate Probit models with sample selection through maximum likelihood technics so as to face effectively nonrandom sample issues. The empirical results suggest that bank credit discouragement is affected by profitability, turnover, leverage, net interest expenses, and firm size. Moreover, we document sectoral and country heterogeneity while the same analysis is carried out for trade credit obtaining similar results.Chapter 6 studies the determinants of the probability of the perceived bank and trade credit availability deterioration. We conduct this investigation using a system framework (Bivariate Ordered Probit). The empirical results of this study suggest that firm characteristics (turnover, net interest expenses, and leverage) matter for the perceived availability of external finance. Furthermore, this probability is inversely related to employment size. In addition, the perceived availability of external financing is positively affected by various factors, which in part related to the general economic situation, firm-specific situation (access to financial support, firm’s own capital, firm’s credit history, firm-specific outlook with respect to firm’s sales and profitability or firm’s business plan) and to lenders’ attitudes (willingness of banks to provide loan, willingness of business partners to provide trade credit). Moreover, we notice considerable fixed country effects, which indicate that the perceived external credit availability is profoundly affected by country’s macroeconomic situation. Chapter 7 studies the confidence of borrowers to negotiate with banks and obtain the desired result. This particular feeling is considered to be very interesting for exploration as it helps us to distinguish between discouraged borrowers and rejected or partially rejected borrowers. The Probit results implies that variables that reflect past and future firm’s growth seems to matter on the probability of confidence. Moreover, firm size, firm age and firm characteristics such as leverage, profitability and net interest expenses seem to affect the probability of confidence. Finally, chapter 8 is for conclusions and economic implications that have been arisen in our research.
περισσότερα