Περίληψη
Το περιγραφικό μοντέλο προσαρμογής πεποιθήσεων ενός παραλήπτη («ακροατή») στο πλαίσιο της επικοινωνίας του με κάποιον «ομιλητή» που προτείνεται από την θεωρητική-φιλοσοφική έρευνα του Άρη Κουτούγκου για την δυνατότητα της μερικής συμφωνίας, διερευνάται ως προς την εμπειρική του επάρκεια. Ως μεταβλητές του εν λόγω ‘διπολικού’ μοντέλου αναδεικνύονται: α) το κίνητρό του να ‘καταχωρήσει’ (εντάξει, ενσωματώσει, απορροφήσει) τον ισχυρισμό του ομιλητή στο δικό του πλέγμα πεποιθήσεων, όπου ως κίνητρο συνολικά εκλαμβάνεται το γινόμενο δύο παραγόντων: α1) η κατά την αντίληψη του ακροατή αξιοπιστία του ομιλητή με την ευρεία έννοια της συγκέντρωσης σ’ αυτήν όλων των συγγενών θετικών επικοινωνιακών στοιχείων, και α2) το μέγεθος της διάστασης απόψεων του ακροατή από τον ομιλητή όπως αυτή προσδιορίζεται μετά την ανακοίνωση του ομιλητή της πιθανότητας που αυτός αποδίδει στην πρόταση p, και β) η αντίσταση του πλέγματος πεποιθήσεων του ακροατή στην αλλαγή (αντικίνητρο).Όσον αφορά τη μεθοδολογία των μετ ...
Το περιγραφικό μοντέλο προσαρμογής πεποιθήσεων ενός παραλήπτη («ακροατή») στο πλαίσιο της επικοινωνίας του με κάποιον «ομιλητή» που προτείνεται από την θεωρητική-φιλοσοφική έρευνα του Άρη Κουτούγκου για την δυνατότητα της μερικής συμφωνίας, διερευνάται ως προς την εμπειρική του επάρκεια. Ως μεταβλητές του εν λόγω ‘διπολικού’ μοντέλου αναδεικνύονται: α) το κίνητρό του να ‘καταχωρήσει’ (εντάξει, ενσωματώσει, απορροφήσει) τον ισχυρισμό του ομιλητή στο δικό του πλέγμα πεποιθήσεων, όπου ως κίνητρο συνολικά εκλαμβάνεται το γινόμενο δύο παραγόντων: α1) η κατά την αντίληψη του ακροατή αξιοπιστία του ομιλητή με την ευρεία έννοια της συγκέντρωσης σ’ αυτήν όλων των συγγενών θετικών επικοινωνιακών στοιχείων, και α2) το μέγεθος της διάστασης απόψεων του ακροατή από τον ομιλητή όπως αυτή προσδιορίζεται μετά την ανακοίνωση του ομιλητή της πιθανότητας που αυτός αποδίδει στην πρόταση p, και β) η αντίσταση του πλέγματος πεποιθήσεων του ακροατή στην αλλαγή (αντικίνητρο).Όσον αφορά τη μεθοδολογία των μετρήσεων, πραγματοποιήθηκαν 2 εμπειρικές μελέτες (Πιλοτική-Κύρια) όπου οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να αναθεωρήσουν τους βαθμούς πεποίθησης τους για προτάσεις (p) που τους δόθηκαν. Έχοντας συμπληρώσει σε προγενέστερο χρόνο ένα ερωτηματολόγιο που σκοπό είχε τη μέτρηση της αντίστασης τους Κ, οι ακροατές συμπληρώνουν ακόμη ένα ερωτηματολόγιο, μετά το πέρας της διαδικασίας, σχετικά με την αξιοπιστία W που αποδίδουν στον ομιλητή. Αφού διασφαλίζεται η μέγιστη εγκυρότητα και αξιοπιστία του τρόπου απόκτησης των δεδομένων, η συγκεκριμένη μεθοδολογία προσφέρει τιμές για τις μεταβλητές του μοντέλου. Στη συνέχεια πραγματοποιήθηκε μια σύγκριση των εμπειρικών μετατοπίσεων όπως καταγράφηκαν και των μετατοπίσεων που αποδίδει το περιγραφικό μοντέλο. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το διπολικό (κίνητρο/αντικίνητρο) μοντέλο φαίνεται να επιβεβαιώνεται σε αρκετά μεγάλο βαθμό και ο βαθμός σύγκλισης της θεωρίας με τα εμπειρικά δεδομένα κρίνεται αρκετά ικανοποιητικός.Σε ένα δεύτερο επίπεδο ανάλυσης επιχειρήθηκε καταρχάς η δυνατότητα σύγκρισης με το Μπεϊζιανό πλαίσιο εφαρμογής. Μέσω της δομικής ασυμμετρίας των δύο μοντέλων η οποία αφορά την απουσία τιμής την απουσία τιμής στην πιθανότητα του ακροατή για το τεκμήριο E δηλ. για το γεγονός ότι ο ομιλητής αποδίδει την πιθανότητα που αποδίδει στην p, ανέκυψε η έννοια της ‘μεταγενέστερης πιθανότητας’ (κατά την Αρχή του Van Fraassen, RP). Η εν λόγω έννοια επιτρέπει εμμέσως στο παρόν μοντέλο να θεωρηθεί ως αυστηρά ‘διπολικό’, δηλαδή, ότι η πιθανότητα με την οποία παρατάσσεται ο ακροατής στη γραμμή της αντιπαράθεσης με κάποιον ομιλητή-εκτιμητή της ίδιας ακριβώς πρότασης, είναι ήδη μία ‘μεταγενέστερη’ πιθανότητα με την έννοια ότι ενσωματώνει ήδη κάθε δυνατή εκτίμηση του ακροατή γι’ αυτήν την πεποίθηση. Στη συνέχεια, το παρόν περιγραφικό μοντέλο συνδυάστηκε με τις συναρτήσεις πεποίθησης των Dempster-Shafer για να εξεταστεί η προβλεπτική ικανότητα τους σε σύγκριση με τα εμπειρικά αποτελέσματα. Προέκυψε ότι η μέση διαφορά προβλεπόμενων-παρατηρούμενων πεποιθήσεων είναι στατιστικά αμελητέα, προσδίδοντας ένα μεγαλύτερο βαθμό εγκυρότητας και ελέγχου στο όλο εγχείρημα, εφόσον υπήρξε σύνδεση με τις κανονιστικά προσανατολισμένες συναρτήσεις πεποίθησης.Τέλος, ενδιαφέρον παρουσιάζει, ως βάση για περαιτέρω έρευνα, η παρατήρηση μιας «ανεξήγητης συμπεριφοράς» εκ μέρους των ακροατών που οδήγησε στην ‘ανακάλυψη’ μιας αρνητικής αντίστασης που προκύπτει όταν τροφοδοτούνται τα εν λόγω δεδομένα στο μοντέλο.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The descriptive belief adjustment model of a recipient (“hearer") in her communication with a "speaker", proposed by the theoretical-philosophical research of Aris Koutougkos about the possibility of partial agreement, is being investigated as far as its empirical adequacy is concerned. The variables of this descriptive ‘bipolar’ model are: a) the motivation to 'register' (or integrate, absorb) the claim of the speaker in her own system of beliefs, where this motive is perceived as product of two factors: a1) the hearer’s credibility account of the speaker within the broad concept of incorporating all the relative communication details in it, and a2) the magnitude of the divergence between the hearer and the speaker, determined after the announcement (by the speaker) of the speaker’s probability to the sentence p, and b) the resistance of the hearer’s belief system to change (anti-motivation).Regarding the methodology of measurements, two empirical studies (Pilot- Main) were performed ...
The descriptive belief adjustment model of a recipient (“hearer") in her communication with a "speaker", proposed by the theoretical-philosophical research of Aris Koutougkos about the possibility of partial agreement, is being investigated as far as its empirical adequacy is concerned. The variables of this descriptive ‘bipolar’ model are: a) the motivation to 'register' (or integrate, absorb) the claim of the speaker in her own system of beliefs, where this motive is perceived as product of two factors: a1) the hearer’s credibility account of the speaker within the broad concept of incorporating all the relative communication details in it, and a2) the magnitude of the divergence between the hearer and the speaker, determined after the announcement (by the speaker) of the speaker’s probability to the sentence p, and b) the resistance of the hearer’s belief system to change (anti-motivation).Regarding the methodology of measurements, two empirical studies (Pilot- Main) were performed where participants were asked to revise their degrees of belief about sentences (p) that were given to them. Having completed, at an earlier stage, a questionnaire designed to measure their resistance K, the hearers complete another questionnaire (after the procedure) which measured the credibility W they attached to the speaker. So, ensuring maximum validity and reliability of data acquisition, this methodology provided values for the variables of the model. First a comparison was carried out between empirically recorded revisions and revisions according to the descriptive model. Results showed that the bipolar (motivation/anti-motivation) belief adjustment model seems to be confirmed to a large extent and the level of matching between theory and empirical data seems quite satisfactory.At a second level of analysis, comparability with the application framework of Bayesian inference was investigated. Through the structural asymmetry of the two models, concerning the absence of a value in the hearer’s posterior possibility to the fact that the speaker assigns a probability to E evidence, the concept of 'subsequent probability' emerged (according to Van Fraassen’s Reflection Principle, RP). This concept allows for the model to be regarded as strictly 'bipolar', ie, the probability at which the hearer confronts the speaker/estimator about the exact same sentence, is already a 'subsequent probability', in the sense that it already incorporates every possible assessment of the hearer for this belief. Then the descriptive model was combined with Dempster-Shafer‘s belief functions in order to examine its predictiveness compared to the empirical revisions. Results showed that the mean difference between predicted and observed beliefs is statistically insignificant, providing another control measure of the proposed model and offering a greater degree of authenticity to the project, since there is a link with the normative oriented belief functions theory.Finally, an interesting finding, that provides a base for further development, has been the observation of an “unexplainable behavior” (neither approach nor repulsion) on behalf of the hearers that led to the 'emergence' of a negative resistance to belief change as a variable of the model.
περισσότερα