Περίληψη
Σκοπό της παρούσας διατριβής αποτέλεσε η μελέτη της παρουσίας του Χάρολντ Πίντερ στην ελληνική σκηνή, από την πρώτη του εμφάνιση το 1961 μέχρι και το 2006. Παρά τον σχετικά μεγάλο αριθμό των σκηνοθετών που επέλεξαν να ανεβάσουν ένα, σπανίως δύο, έργα του βρετανού συγγραφέα, τρεις ήταν εκείνοι που εμφανώς ασχολήθηκαν συστηματικότερα και διεξοδικότερα με τη δραματουργία του: ο Κάρολος Κουν, ο Μίνως Βολανάκης και ο Αντώνης Αντύπας. Στις ερμηνευτικές προσεγγίσεις των παραπάνω σκηνοθετών, αφιερώνεται το κεντρικό μέρος της διατριβής, με στόχο τη διερεύνηση της συμβολής τους στη διαδικασία της πρόσληψης του συγγραφέα στην Ελλάδα αλλά και την ανίχνευση του σκηνοθετικού ιδιώματος που ο καθένας από αυτούς ανέπτυξε προκειμένου να αποδώσει τις ιδιαιτερότητες της πιντερικής δραματουργίας στη σκηνή. Το ντεμπούτο του Πίντερ στην ελληνική σκηνή πραγματοποιήθηκε από περιφερειακούς θιάσους που απευθύνθηκαν κυρίως σε ένα νεανικό κοινό και οι παραστάσεις τους είχαν περιορισμένη απήχηση. Ο σκηνοθέτης που ...
Σκοπό της παρούσας διατριβής αποτέλεσε η μελέτη της παρουσίας του Χάρολντ Πίντερ στην ελληνική σκηνή, από την πρώτη του εμφάνιση το 1961 μέχρι και το 2006. Παρά τον σχετικά μεγάλο αριθμό των σκηνοθετών που επέλεξαν να ανεβάσουν ένα, σπανίως δύο, έργα του βρετανού συγγραφέα, τρεις ήταν εκείνοι που εμφανώς ασχολήθηκαν συστηματικότερα και διεξοδικότερα με τη δραματουργία του: ο Κάρολος Κουν, ο Μίνως Βολανάκης και ο Αντώνης Αντύπας. Στις ερμηνευτικές προσεγγίσεις των παραπάνω σκηνοθετών, αφιερώνεται το κεντρικό μέρος της διατριβής, με στόχο τη διερεύνηση της συμβολής τους στη διαδικασία της πρόσληψης του συγγραφέα στην Ελλάδα αλλά και την ανίχνευση του σκηνοθετικού ιδιώματος που ο καθένας από αυτούς ανέπτυξε προκειμένου να αποδώσει τις ιδιαιτερότητες της πιντερικής δραματουργίας στη σκηνή. Το ντεμπούτο του Πίντερ στην ελληνική σκηνή πραγματοποιήθηκε από περιφερειακούς θιάσους που απευθύνθηκαν κυρίως σε ένα νεανικό κοινό και οι παραστάσεις τους είχαν περιορισμένη απήχηση. Ο σκηνοθέτης που έφερε σε επαφή το ευρύ κοινό με τον βρετανό δραματουργό ήταν ο Κάρολος Κουν, ο οποίος με το καλλιτεχνικό κύρος αλλά και την επιμονή του στις επιλογές του, κατάφερε πρωτίστως να «πείσει» τους έλληνες κριτικούς για τη σπουδαιότητα της νέας δραματουργίας και να κεντρίσει το ενδιαφέρον τους για την ερμηνεία της. Η συμβολή του Βολανάκη στην ερμηνεία του Πίντερ υπήρξε ιδιαιτέρως καθοριστική γιατί ήταν ένας από τους ελάχιστους σκηνοθέτες που επιδίωξε να προσεγγίσει την «αλήθεια» των έργων χωρίς να περιοριστεί στην απολύτως ρεαλιστική τους απεικόνιση. Ο Αντύπας είναι ο σκηνοθέτης που συνέδεσε τη συνολική καλλιτεχνική του πορεία με τον Πίντερ και έφερε σε επαφή το ελληνικό κοινό με την πιο πρόσφατη δραματική παραγωγή του συγγραφέα. Πολύ ουσιαστική θεωρήσαμε τη συμβολή του Νίκου Διαμαντή και του Θεάτρου Σημείο, καθώς και του Νίκου Χουρμουζιάδη και της Πειραματικής Σκηνή της «Τέχνης» στην επαφή του κοινού της Θεσσαλονίκης με τον Πίντερ, ενώ αφιερώθηκε ένα κεφάλαιο στον Λευτέρη Βογιατζή για την ιδιαίτερη καλλιτεχνική σημασία της μοναδικής (κατά την περίοδο που εξετάζουμε) πιντερικής του παράστασης. Προκειμένου να αποδοθεί κατά το δυνατόν η συνολική εικόνα της υποδοχής του Πίντερ στην ελληνική σκηνή, αφιερώθηκε ένα κεφάλαιο στην επιγραμματική καταγραφή των πρώτων ανεβασμάτων έργων καθώς και των λοιπών παραστάσεων-επαναλήψεων από άλλους σκηνοθέτες, με κάποια σχόλια της κριτικής. Προηγείται των κεφαλαίων που αφιερώνονται στη σκηνική πράξη η δραματολογική ανάλυση των είκοσι τεσσάρων έργων του Πίντερ, ελληνικές σκηνικές εκδοχές των οποίων εξετάζονται στη συνέχεια της εργασίας. Στην εξέλιξη της διατριβής ερευνάται το ζήτημα της ύπαρξης και καθιέρωσης ενός παραστασιακού Παραδείγματος που πιθανά λειτούργησε και λειτουργεί ανασταλτικά στην εμφάνιση ρηξικέλευθων σκηνοθετικών προσεγγίσεων της πιντερικής δραματουργίας εντός των ελληνικών συνόρων.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The objective of this thesis was to study Harold Pinter’s presence in the Greek Theatre, from his first appearance in 1961 until 2006. Despite the relatively large number of directors who opted to stage one -rarely two- plays by the British playwright, three were the ones who apparently dealt systematically and thoroughly with his dramaturgy: Karolos Koun, Minos Volonakis and Antonis Antipas. The main part of the thesis is devoted to the directing interpretations of the three, in an attempt to investigate their role in Pinter’s reception process in Greece, moreover to detect the directing characteristics that each of them developed in order to interpret the specificities of Pinterian dramaturgy. Pinter’s debut in Greece was held by regional ensembles addressed mainly to a young audience, whereas their performances had limited impact. The director who introduced Pinter to the large Greek audience was Karolos Koun, who with his artistic prestige and awareness managed primarily to "convin ...
The objective of this thesis was to study Harold Pinter’s presence in the Greek Theatre, from his first appearance in 1961 until 2006. Despite the relatively large number of directors who opted to stage one -rarely two- plays by the British playwright, three were the ones who apparently dealt systematically and thoroughly with his dramaturgy: Karolos Koun, Minos Volonakis and Antonis Antipas. The main part of the thesis is devoted to the directing interpretations of the three, in an attempt to investigate their role in Pinter’s reception process in Greece, moreover to detect the directing characteristics that each of them developed in order to interpret the specificities of Pinterian dramaturgy. Pinter’s debut in Greece was held by regional ensembles addressed mainly to a young audience, whereas their performances had limited impact. The director who introduced Pinter to the large Greek audience was Karolos Koun, who with his artistic prestige and awareness managed primarily to "convince" the Greek critics of the importance of the “new” dramaturgy and to raise their interest in its interpretation. Volanakis’ contribution to the interpretation of Pinterian dramaturgy was particularly crucial for he was one of the few directors who sought to reach the “truth” of the plays beyond strict realism. Antipas is the director who associated his overall artistic career with Pinter and brought together the Greek audience with the playwright’s latest dramaturgy. Substantial was also the contribution of Nikos Diamantis and Semio Theatre, as well as, Nikos Hourmouziadis and Piramatiki Skini tis "Technis" contributing to the contact of Thessaloniki’s audience with Pinter. A chapter is devoted to Lefteris Voyatzis for the distinctive artistic significance of his one (during the period in question) staging of a play by Pinter. To comprehend, to the extent that it is feasible, the overview of Pinter’s reception in Greece, a chapter is devoted to the first and subsequent stagings of his plays in Greece. A dramaturgical analysis of Pinter’s twenty-four plays precedes the chapters mentioned above in order to facilitate the understanding of the staging versions which are discussed subsequently. Through the thesis the question of the existence and the prevalence of a performance-Paradigm is discussed concerning the way Pinter has been interpreted to date in Greece, a performance-Paradigm possibly functioning as an obstacle to the emergence of innovative staging approaches of Pinterian drama.
περισσότερα