Περίληψη
Μια προσωπική εμπειρία, και συγκεκριμένα η απασχόληση μου επί τρία χρόνια τη χρονική περίοδο 1987 - 1990, ως καθηγητής της Ελληνικής Γλώσσας στο Ελληνικό Σχολείο «Γιάννης Τσαρούχης» στο Δήμο του Μαρτάνο - Νομαρχία Απουλίας στην Κάτω Ιταλία, μου επέτρεψε να ζήσω από κοντά μία πραγματικότητα που παραμένει άγνωστη σε πολλούς. Είναι σε σχετικά λίγους γνωστό, ότι στη γη του Οτράντο, επαρχία του Lecce, υπάρχουν χωριά στα οποία μιλιέται ακόμα η Ελληνική γλώσσα μαζί με την Ιταλική. To Martano, Martignano, Melpignano, Calimera, Zollino, Corigliano, Castrignano dei Greci, Stematia, Soleto αποτελούν τη λεγόμενη «Μικρή Ελλάδα» του Οτράντο . Πέρασαν αρκετοί αιώνες, που τα Ελληνικά της Κάτω Ιταλίας αφέθηκαν στα χέρια του λαού χωρίς τη βοήθεια, την καλλιέργεια από μέρους των ειδικών, των επιστημόνων. Τα Ελληνικά είναι απομεινάρι της Αρχαίας Ελληνικής Διαλέκτου που μιλιόταν στη Μεγάλη Ελλάδα κατά ορισμένους ερευνητές (Rohlfs), μιας γλωσσικής παράδοσης χωρίς διακοπή του Ελληνισμού της Μεγάλης Ελλάδας, ...
Μια προσωπική εμπειρία, και συγκεκριμένα η απασχόληση μου επί τρία χρόνια τη χρονική περίοδο 1987 - 1990, ως καθηγητής της Ελληνικής Γλώσσας στο Ελληνικό Σχολείο «Γιάννης Τσαρούχης» στο Δήμο του Μαρτάνο - Νομαρχία Απουλίας στην Κάτω Ιταλία, μου επέτρεψε να ζήσω από κοντά μία πραγματικότητα που παραμένει άγνωστη σε πολλούς. Είναι σε σχετικά λίγους γνωστό, ότι στη γη του Οτράντο, επαρχία του Lecce, υπάρχουν χωριά στα οποία μιλιέται ακόμα η Ελληνική γλώσσα μαζί με την Ιταλική. To Martano, Martignano, Melpignano, Calimera, Zollino, Corigliano, Castrignano dei Greci, Stematia, Soleto αποτελούν τη λεγόμενη «Μικρή Ελλάδα» του Οτράντο . Πέρασαν αρκετοί αιώνες, που τα Ελληνικά της Κάτω Ιταλίας αφέθηκαν στα χέρια του λαού χωρίς τη βοήθεια, την καλλιέργεια από μέρους των ειδικών, των επιστημόνων. Τα Ελληνικά είναι απομεινάρι της Αρχαίας Ελληνικής Διαλέκτου που μιλιόταν στη Μεγάλη Ελλάδα κατά ορισμένους ερευνητές (Rohlfs), μιας γλωσσικής παράδοσης χωρίς διακοπή του Ελληνισμού της Μεγάλης Ελλάδας, ο οποίος επέζησε στον Ιταλικό Νότο ύστερα από αλλεπάλληλες επιδρομές αλλοεθνών και αλλόγλωσσων εισβολέων (Νορμανδοί, Γότθοι, Λογγοβάρδοι, Σαρακηνοί), επιδρομές που κράτησαν πολλούς αιώνες ή κατά άλλους (Morosi) έχουν Βυζαντινή προέλευση. Σύμφωνα με την άποψη αυτή η μετοικεσία τους άρχισε από τον 6ο αιώνα μ.Χ και διήρκεσε κατά διαλείμματα έως τον 12ο αιώνα μ.Χ. Επρόκειτο κυρίως περί βυζαντινών στρατιωτών, απωθημένων από τον αργό, αλλά εξακολουθητική εκμηδένιση των διαφόρων εκδηλώσεων της Βυζαντινής παρουσίας στην ΚάτωΙταλία ή και από εικονολάτρες κατατρεγμένους από τον Λέοντα Γ' Ίσαυρο τον 8ο αιώνα μ.Χ. Η γλώσσα αυτή φύλαξε ένα ουσιαστικό γνώρισμα, που οδηγεί στο συμπέρασμα, ότι η γλωσσική συγγένεια ανάμεσα στους ανθρώπους του Ελλαδικού και του Σαλεντίνικου χώρου είναι ολοφάνερη.Όποια όμως εκδοχή και αν δεχτούμε είναι προφανές, ότι οι άνθρωποι που μιλάνε την Ελληνοσαλεντίνικη γλώσσα ανήκουν στον ίδιο πολιτισμό, έχουν την ίδια πολιτισμική καταγωγή με τους ανθρώπους που κατοικούν τώρα, στους νεώτερους χρόνους, τον Ελληνικό χώρο της Ανατολικής λεκάνης της Μεσογείου θάλασσας. Η δε γλώσσα των ανθρώπων αυτών, σύμφωνα με τους Γλωσσολόγους, αποτελεί τμήμα της Ελληνικής Γλώσσας. Η διάλεκτος αυτή είναι ομοιόμορφη και ενιαία στις γενικές γραμμές της υφής της και έχει, τώρα, σαν κέντρο τον Δήμο του Μαρτάνο, στο Σαλέντο. Σήμερα όμως διαπιστώνεται, ότι η γλώσσα του τόπου και μαζί της η ελληνικήσυνείδηση ξεχνιέται, γιατί η μικρή αυτή γλωσσική νησίδα έχασε εδώ και δεκαετίες τη δυνατότητα ανανέωσης του γλωσσικού και γενικά εκφραστικού υλικού της . Η πολιτιστική ανάπτυξη ενός λαού και ενός τόπου βελτιώνεται στο βαθμό που σέβεται τις γλωσσικές και πολιτιστικές μειονότητες, διότι αποτελεί μια μακροχρνια και αναντικατάστατη επένδυση για την ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού και την πρόοδο γενικότερα της κοινωνίας. Αποτελεί προϋπόθεση για την παραπέρα συνολική - και όχι πλέον μονομερή - ανάπτυξη και εκσυγχρονισμό. Με αυτά τα δεδομένα θαπρέπει να διαμορφώνεται ένα μακροπρόθεσμο σχέδιο. Η δημιουργία νέων δομών και θεσμών δεν μπορεί να παραλείπει τέτοια δεδομένα. Για να επιτευχθούν όμως οι στόχοι είναι αναγκαία η ανάπτυξη των απαραίτητων δικτύων(δεδομένου ότι σήμερα ο πολιτισμός θεωρείται ως έναπολλαπλό ανοικτό δίκτυο το οποίο συγκροτείται από ένα πλήθος τοπικών, περιφερειακών, εθνικών και διεθνών υποδικτύων, τα οποία βρίσκονται σε αλληλόδραση, προκειμένου να υπερνικηθεί η έντονη τάση εσωστρέφειας). Η έννοια της αυτοδύναμης πολιτισμικής ανάπτυξης δεν αφήνει εκτός τις γλωσσικές πολιτιστικές μειονότητες. Η προσπάθεια αυτή, όπως είναι ευνόητο προϋποθέτει την ενίσχυση του προϋπολογισμού, που αφορά τον πολιτισμό σε σχέση με το ΑΕΠ, χωρίς ναχρειάζονται απαγορευτικά σε μέγεθος ποσά.
περισσότερα