Περίληψη
Η πρακτική της προσθήκης αντιβιοτικών ουσιών σε μικρές ποσότητες στην τροφή των παραγωγικών ζώων με σκοπό τη βελτίωση της υγείας και την επιτάχυνση του ρυθμού σωματικής αύξησης υπόκειται τα τελευταία χρόνια σε έντονη κριτική κυρίως για την ενδεχόμενη ανάπτυξη ανθεκτικών στελεχών παθογόνων βακτηρίων. Ο κίνδυνος της μεταβίβασης αυτής της ανθεκτικότητας μέσω κυρίως της τροφικής αλυσίδας στον άνθρωπο οδήγησε την Ευρωπαϊκή Ένωση στον περιορισμό των αντιβιοτικών ως αυξητικών παραγόντων, αλλά και των κοκκιδιοστατικών ουσιών που προσθέτονται στην τροφή των ζώων και ενθάρρυνε την προσθήκη στις ζωοτροφές εναλλακτικών πρόσθετων υλών. Για τη διερεύνηση της δυνατότητας χρήσης της ρίγανης στη διατροφή των κρεοπαραγωγών ορνιθίων διενεργήθηκαν δυο κύριοι πειραματισμοί. Κατά τον πρώτο πειραματισμό εξετάστηκε η επίδραση της ρίγανης στις αποδόσεις των κρεοπαραγωγών ορνιθίων, καθώς και στην οξειδωτική σταθερότητα του μυϊκού ιστού του στήθους και του μηρού, όταν προσθέτεται στην τροφή τους ρίγανη με τη μορ ...
Η πρακτική της προσθήκης αντιβιοτικών ουσιών σε μικρές ποσότητες στην τροφή των παραγωγικών ζώων με σκοπό τη βελτίωση της υγείας και την επιτάχυνση του ρυθμού σωματικής αύξησης υπόκειται τα τελευταία χρόνια σε έντονη κριτική κυρίως για την ενδεχόμενη ανάπτυξη ανθεκτικών στελεχών παθογόνων βακτηρίων. Ο κίνδυνος της μεταβίβασης αυτής της ανθεκτικότητας μέσω κυρίως της τροφικής αλυσίδας στον άνθρωπο οδήγησε την Ευρωπαϊκή Ένωση στον περιορισμό των αντιβιοτικών ως αυξητικών παραγόντων, αλλά και των κοκκιδιοστατικών ουσιών που προσθέτονται στην τροφή των ζώων και ενθάρρυνε την προσθήκη στις ζωοτροφές εναλλακτικών πρόσθετων υλών. Για τη διερεύνηση της δυνατότητας χρήσης της ρίγανης στη διατροφή των κρεοπαραγωγών ορνιθίων διενεργήθηκαν δυο κύριοι πειραματισμοί. Κατά τον πρώτο πειραματισμό εξετάστηκε η επίδραση της ρίγανης στις αποδόσεις των κρεοπαραγωγών ορνιθίων, καθώς και στην οξειδωτική σταθερότητα του μυϊκού ιστού του στήθους και του μηρού, όταν προσθέτεται στην τροφή τους ρίγανη με τη μορφή αλεύρου αποξηραμένων φυτών της. Κατά το δεύτερο πειραματισμό εξετάστηκε η επίδραση της ρίγανης στις αποδόσεις των κρεοπαραγωγών ορνιθίων μετά από πειραματική μόλυνσή τους με σποροφόρες ωοκύστεις του κοκκιδίου Eimeria tenella, όταν προσθέτεται στην τροφή τους επίσης ρίγανη με τη μορφή αλεύρου αποξηραμένων φυτών της. Στον πρώτο πειραματισμό χρησιμοποιήθηκαν 6.300 κρεοπαραγωγά ορνίθια, τύπου Cobb-500, τα οποία αγοράστηκαν σε ηλικία νεοσσού ημέρας και χωρίστηκαν σε 7 ισάριθμες ομάδες, με 3 υποομάδες των 150 αρσενικών και 150 θηλυκών ορνιθίων η καθεμιά. Τα ορνίθια της πρώτης ομάδας χρησιμοποιήθηκαν ως μάρτυρες και διατράφηκαν με μια συνήθη τυποποιημένη τροφή του εμπορίου. Τα ορνίθια των υπόλοιπων έξι ομάδων, διατράφηκαν με τροφή όμοια με αυτή των μαρτύρων με τη διαφορά ότι στην τροφή των ορνιθίων της δεύτερης και τρίτης ομάδας, είχε προστεθεί άλευρο αποξηραμένων φυτών ρίγανης σε ποσότητες 5 g/kg (ΡΙΓ5) και 10 g/kg (ΡΙΓ10), αντίστοιχα, ενώ στην τροφή των ορνιθίων της τέταρτης και πέμπτης ομάδας είχε προστεθεί άλευρο αποξηραμένων φυτών ρίγανης σε ποσότητες 5 g/kg (ΡΙΓ5-ΤΟΚ) και 10 g/kg (ΡΙΓ10-ΤΟΚ) τροφής, σε συνδυασμό με 170 mg/kg επιπλέον οξικής α-τοκοφερόλης. Στην τροφή των ορνιθίων της έκτης ομάδας είχε προστεθεί μόνο επιπλέον οξική α-τοκοφερόλη σε ποσότητα 170 mg/kg (ΤΟΚ), ενώ στην τροφή της έβδομης ομάδας είχαν προστεθεί ως αυξητικός παράγοντας το αντιβιοτικό φλαβομυκίνη και η κοκκιδιοστατική ουσία λασαλοσίδη σε ποσότητες 4 mg/kg και 75 mg/kg (ΦΛΑ-ΛΑΣ), αντίστοιχα. Καθ’ όλη την περίοδο της εκτροφής που διήρκησε 42 ημέρες, γινόταν εκτίμηση ανά εβδομάδα της αύξησης του σωματικού βάρους, της κατανάλωσης τροφής, του δείκτη μετατρεψιμότητας της τροφής, του αριθμού των αποβαλλόμενων με τα περιττώματα ωοκύστεων των κοκκιδίων του γένους Eimeria, καθώς επίσης και της θνησιμότητας. Με τη λήξη της εκτροφής, λήφθηκαν δείγματα μυϊκού ιστού στήθους και μηρού από ορνίθια κάθε ομάδας, τα οποία, αφού εξετάστηκαν για τον προσδιορισμό της περιεκτικότητάς τους σε πρωτεΐνες, λιπαρές ουσίες, υγρασία, ανόργανη ουσία και α-τοκοφερόλη, υποβλήθηκαν σε διαδικασία τεχνητής οξείδωσης με ιόντα σιδήρου και ασκορβικό οξύ για 270 min, καθώς και σε διαδικασία οξείδωσης με συντήρησή τους στους 4 οC για 9 ημέρες, με σκοπό τη διερεύνηση της οξειδωτικής σταθερότητάς τους. Τα αποτελέσματα της διερεύνησης της επίδρασης της ρίγανης στις αποδόσεις των κρεοπαραγωγών ορνιθίων έδειξαν ότι η ρίγανη μπορεί να αποτελέσει εναλλακτική λύση της χρήσης των αντιβιοτικών ως αυξητικών ουσιών στη διατροφή των κρεοπαραγωγών ορνιθίων αφού στην ηλικία των 42 ημερών τα ορνίθια των ομάδων ΡΙΓ5, ΡΙΓ5-ΤΟΚ και ΦΛΑ-ΛΑΣ είχαν μέσες τιμές σωματικού βάρους που ήταν σημαντικά (P£0,05) μεγαλύτερες από εκείνη των ορνιθίων της ομάδας των μαρτύρων. Τα ορνίθια των ομάδων των ΡΙΓ10, ΡΙΓ10-ΤΟΚ και ΤΟΚ είχαν μέσες τιμές σωματικού βάρους που δε διέφεραν σημαντικά (P>0,05) από εκείνες των υπόλοιπων ομάδων, αν και ήταν αριθμητικά μικρότερες από εκείνες των ομάδων ΡΙΓ5, ΡΙΓ5-ΤΟΚ και ΦΛΑ-ΛΑΣ και αριθμητικά μεγαλύτερες από εκείνη της ομάδας των μαρτύρων. Η προσθήκη της ρίγανης στην τροφή σε ποσότητα 5 g/kg και 10 g/kg δεν επηρέασε τη μέση κατανάλωση της τροφής, ενώ σε ποσότητα 5 g/kg επηρέασε ευνοϊκά το δείκτη μετατρεψιμότητας της τροφής. Έτσι, στην ηλικία των 42 ημερών, τα ορνίθια των ομάδων ΡΙΓ5, ΡΙΓ5-ΤΟΚ και ΦΛΑ-ΛΑΣ είχαν τιμές δείκτη μετατρεψιμότητας τροφής που ήταν σημαντικά (P£0,05) ευνοϊκότερες από εκείνη της ομάδας των μαρτύρων, ενώ τα ορνίθια των ομάδων ΡΙΓ10, ΡΙΓ10-ΤΟΚ και ΤΟΚ παρουσίασαν τιμές δείκτη μετατρεψιμότητας τροφής που δε διέφεραν σημαντικά (P>0,05) από εκείνες των ορνιθίων των υπόλοιπων ομάδων. Ακόμη, η προσθήκη της ρίγανης στην τροφή σε ποσότητα 5 g/kg και 10 g/kg δεν επηρέασε τη θνησιμότητα των ορνιθίων ούτε την περιεκτικότητα του μυϊκού ιστού σε πρωτεΐνες, λιπαρές ουσίες, υγρασία και ανόργανη ουσία, αλλά επηρέασε τον αριθμό των αποβαλλόμενων με τα περιττώματα κοκκιδιοκύστεων, αφού ο αριθμός αυτός στις ομάδες ΡΙΓ5, ΡΙΓ5-ΤΟΚ, ΡΙΓ10 και ΡΙΓ10-ΤΟΚ ήταν σημαντικά (P£0,05) μικρότερος από εκείνον της ομάδας των μαρτύρων και της ομάδας ΤΟΚ αλλά μεγαλύτερος (P£0,05) από εκείνον των ορνιθίων της ομάδας ΦΛΑ-ΛΑΣ.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Although, it is common practice to add antibiotics to poultry diets to improve chicken health and productivity, it is generally accepted that the use of dietary antibiotics may potentially affect human health due to emergence in food animals of zoonotic microorganisms that are resistant to antibiotics. This health threat has urged European countries to ban recently certain feed additives including antibiotics and anticoccidal substances. As a result, use of alternatives to these feed additives is currently being encouraged. The purpose of this study was to investigate the potential use of ground oregano plants in feeding of broiler chickens. For this study, two experiments were carried out. In the first experiment, the effects of diet supplementation with ground oregano on growth performance and oxidative stability of breast and thigh muscle tissue of broiler chickens were investigated. In the second experiment, the effect of diet supplementation with ground oregano on performance of b ...
Although, it is common practice to add antibiotics to poultry diets to improve chicken health and productivity, it is generally accepted that the use of dietary antibiotics may potentially affect human health due to emergence in food animals of zoonotic microorganisms that are resistant to antibiotics. This health threat has urged European countries to ban recently certain feed additives including antibiotics and anticoccidal substances. As a result, use of alternatives to these feed additives is currently being encouraged. The purpose of this study was to investigate the potential use of ground oregano plants in feeding of broiler chickens. For this study, two experiments were carried out. In the first experiment, the effects of diet supplementation with ground oregano on growth performance and oxidative stability of breast and thigh muscle tissue of broiler chickens were investigated. In the second experiment, the effect of diet supplementation with ground oregano on performance of broiler chickens challenged with oocysts of Eimeria tenella was examined. In the first experiment, a total of 6.300 day-old Cobb-500 chicks randomly allocated into 7 equal groups with three subgroups of 150 males and 150 females each, were used. One of the groups was given a basal diet containing 30 mg α-tocopheryl acetate/kg feed and served as control. The remaining six groups, were administered diets based on the same basal diet supplemented further with oregano at 5.0 g/kg (OR5 group), or oregano at 10.0 g/kg (OR10 group), or oregano at 5.0 g/kg plus a-tocopheryl acetate at 170 mg/kg (OR5-TOC group), or oregano at 10.0 g/kg plus a-tocopheryl acetate at 170 mg/kg (OR10-TOC group), or a-tocopheryl acetate at 170 mg/kg (TOC group), or flavomycin at 4 mg/kg plus lasalocid at 75 mg/kg (FLA-LAS group). During the feeding trial that lasted 42 days, body weight and feed intake were weekly recorded, and feed conversion ratios were calculated. Oocyst counts in excreta were also investigated weekly whereas mortality was recorded daily. At the end of the experiment, samples of breast and thigh muscle tissues from each group were collected and analyzed for their protein, fat, moisture, ash and α-tocopherol content. To evaluate the oxidative stability of the muscle tissues, part of the collected samples was submitted to iron-induced lipid oxidation by incubation with ferrous sulfate and ascorbic acid for 270 min, whereas another part to lipid oxidation by refrigerated storage at 4 oC for 9 days. Lipid oxidation was assessed by monitoring malondialdehyde formation through use of a derivative spectrophotometric assay. The results from this experiment showed that ground oregano could serve as an alternative to antibiotic growth promoters. At the age of 42 days, the OR5, OR5-TOC and FLA-LAS groups presented body weight values that were significantly better (P<0.05) than the Control group. The OR10, OR10-TOC and TOC groups presented body weight values that did not differ from the other groups, although they were numerically lower than the OR5, OR5-TOC and FLA-LAS groups, and numerically higher than the Control group. Incorporation of ground oregano at the levels of 5 g/kg or 10 g/kg in the diets did not influence (P>0.05) total feed consumption. However, its use at 5 g/kg diet had a significant (P<0.05) effect on feed conversion ratio. Thus, at the age of 42 days, the OR5, OR5-TOC and FLA-LAS groups presented feed conversion ratio values that were significantly better (P<0.05) than the Control group, whereas the OR10, OR10-TOC and TOC groups presented values that were not different from all other groups. Incorporation of ground oregano at 5 g/kg or 10 g/kg diet had no effect (P>0.05) on chickens mortality, or on protein, crude fat, moisture and ash content of breast or thigh tissues. However, it significantly (P>0.05) influenced oocyst counts in the excreta of broilers, as OR5, OR5-TOC, OR10 and OR10-TOC groups presented oocyst counts lower (P<0.05) than the Control and the TOC groups but significantly higher (P<0.05) than the FLA-LAS group.
περισσότερα