Περίληψη
Η ταχεία αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού ασκεί πίεση στον πρωτογενή τομέα για την αύξηση της παραγωγικότητας, ελαχιστοποιώντας παράλληλα τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Ενώ ο παγκόσμιος πληθυσμός αυξάνεται σταθερά, η ανάγκη διασφάλισης βιώσιμης και ασφαλής παραγωγής τροφίμων αποτελεί πρωταρχική ανάγκη. Στο πλαίσιο αυτό, εχθροί και ασθένειες των καλλιεργειών, θέτουν σημαντικές προκλήσεις, μειώνοντας τις αποδόσεις και βάζοντας σε κίνδυνο την επισιτιστική ασφάλεια. Οι παγκόσμιες απώλειες καλλιεργειών λόγω ασθενειών αντιπροσωπεύουν περίπου το 10-16% της συνολικής παραγωγής ετησίως. Επιπλέον, ο κατάλογος των φυτοπροστατευτικών προϊόντων, μειώνεται για λόγους διασφάλισης της υγείας των καταναλωτών και προστασίας του περιβάλλοντος. Ωστόσο, δεν είναι μόνο η ασφάλεια που οδηγεί σε αυτούς τους περιορισμούς, αλλά και η συνεχιζόμενη απαίτηση για νέες δραστικές ουσίες και ανθεκτικές ποικιλίες. Με βάση τα παραπάνω, καθίσταται προφανές ότι η μετάβαση σε εναλλακτικές μεθόδους φυτοπροστασίας, πιο φιλικ ...
Η ταχεία αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού ασκεί πίεση στον πρωτογενή τομέα για την αύξηση της παραγωγικότητας, ελαχιστοποιώντας παράλληλα τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Ενώ ο παγκόσμιος πληθυσμός αυξάνεται σταθερά, η ανάγκη διασφάλισης βιώσιμης και ασφαλής παραγωγής τροφίμων αποτελεί πρωταρχική ανάγκη. Στο πλαίσιο αυτό, εχθροί και ασθένειες των καλλιεργειών, θέτουν σημαντικές προκλήσεις, μειώνοντας τις αποδόσεις και βάζοντας σε κίνδυνο την επισιτιστική ασφάλεια. Οι παγκόσμιες απώλειες καλλιεργειών λόγω ασθενειών αντιπροσωπεύουν περίπου το 10-16% της συνολικής παραγωγής ετησίως. Επιπλέον, ο κατάλογος των φυτοπροστατευτικών προϊόντων, μειώνεται για λόγους διασφάλισης της υγείας των καταναλωτών και προστασίας του περιβάλλοντος. Ωστόσο, δεν είναι μόνο η ασφάλεια που οδηγεί σε αυτούς τους περιορισμούς, αλλά και η συνεχιζόμενη απαίτηση για νέες δραστικές ουσίες και ανθεκτικές ποικιλίες. Με βάση τα παραπάνω, καθίσταται προφανές ότι η μετάβαση σε εναλλακτικές μεθόδους φυτοπροστασίας, πιο φιλικές προς το περιβάλλον, είναι αναγκαία.Στόχος της παρούσας διδακτορικής διατριβής είναι η διερεύνηση των αλληλεπιδράσεων παραγόντων βιολογικών ελέγχου, την ικανότητα αποικισμού τους παρουσία οργανικών λιπασμάτων και νανοσωματιδίων χαλκού και την δυνατότητα συνδυαστικής χρήσης τους μαζί με νέα βακτηριοκτόνα σε ολοκληρωμένα συστήματα διαχείρισης ασθενειών των φυτών. Τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας, αναμένονται να βοηθήσουν την προσπάθεια εύρεσης βιώσιμων πρακτικών διαχείρισης φυτοπαθογόνων βακτηρίων και αύξησης της γεωργικής παραγωγικότητας σε προγράμματα ολοκληρωμένης διαχείρισης καλλιεργειών.Για τη διερεύνηση της αποτελεσματικότητας καινοτόμων προϊόντων νανοσωματιδίων χαλκού, πραγματοποιήθηκαν πειράματα δόσης - απόκρισης έναντι οκτώ οικονομικά σημαντικών φυτοπαθογόνων βακτηρίων in vitro. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, δύο σκευάσματα νανοσωματιδίων (μεγέθους 5,23 και 10,41 nm) ανέστειλαν την ανάπτυξη των παθογόνων, σε χαμηλότερες συγκεντρώσεις σε σύγκριση με τα χαλκούχα σκευάσματα αναφοράς (Nordox και Kocide). Επιπλέον, έλαβαν χώρα πειράματα αξιολόγησης σε φυτά τομάτας, έναντι του βακτηρίου Xanthomonas campestris pv. vesicatoria, παθογόνο αίτιο της βακτηριακής κηλίδωσης της τομάτας και πιπεριάς. Στα πρώτα στάδια της εξέλιξης της ασθένειας, παρατηρήθηκε μειωμένη αύξηση του πληθυσμού του παθογόνου, σε σύγκριση με το Nordox. . Οι μετρήσεις φασματομετρίας φθορισμού ακτίνων Χ (XRF) σε φύλλα τομάτας συσχέτισαν τη βιοδιαθεσιμότητα του χαλκού με τη βακτηριοκτόνο αποτελεσματικότητα. Στη παρούσα διατριβή αναφέρεται, για πρώτη φορά στη βιβλιογραφία, ότι η βιοδιαθεσιμότητα του χαλκού είναι υψηλότερη στην περίπτωση των νανοσωματιδίων, σε σύγκριση με τα συμβατικά βακτηριοκτόνα σκευάσματα χαλκού, και εξαρτάται από τη μέθοδο σύνθεσης και όχι από το μέγεθος. Για την αξιολόγηση της συνδυαστικής ικανότητας του εμπορικού στελέχους B. amyloliquefaciens MBI600 (Serifel) με το TriaAlfa Essence, εμπορικό οργανικό διαφυλλικό λίπασμα, πραγματοποιήθηκαν πειράματα ανάπτυξης in vitro. Επιπλέον, η πληθυσμιακή αύξηση MBI600 μελετήθηκε σε φύλλα και καρπούς αμπελιού, κερασιάς, πορτοκαλιάς και τομάτας σε πειράματα πεδίου. Για την καταμέτρηση του πληθυσμού χρησιμοποιήθηκαν δύο διαφορετικές μέθοδοι: μέτρηση των βιώσιμων μονάδων (CFU) και ποσοτικοποίηση μέσω PCR πραγματικού χρόνου. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, το TriaAlfa ενίσχυσε σημαντικά τον αποικισμό του στελέχους MBI600 στο σταφύλι. Επίσης, συγκρίνοντας τις δύο μεθόδους αξιολόγησης, παρατηρήθηκε σημαντική διαφορά στον πληθυσμό στον συνδυασμό Serifel και TriaAlfa 1 L / στρέμμα, με τη μέθοδο PCR πραγματικού χρόνου σε σχέση με την μέτρηση βιώσιμων μονάδων. Παρά την υπάρχουσα γνώση για τους παράγοντες βιολογικού ελέγχου, λίγα είναι γνωστά για τις αλληλεπιδράσεις τους και τη συνδυαστική τους ικανότητα με άλλα φυτοπροστατευτικά προϊόντα. Επιπλέον, η βιομηχανία αξιολογεί αυτούς τους παράγοντες ως μυκητοκτόνα σκευάσματα και όχι ως μικροοργανισμούς και δεν έχει μελετηθεί η βακτηριοκτόνο αποτελεσματικότητά τους επαρκώς.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The rapidly expanding global population has placed unprecedented pressure on agricultural systems to increase productivity while minimizing environmental impact. While the world's population steadily increasing, the need to ensure sustainable and resilient food production has never been more critical. In this context, pests and diseases pose significant challenges, undermining crop yields and compromising food security. The economic toll of plant diseases is staggering. Global crop losses due to diseases account for approximately 10-16% of total production annually. On the other hand, the list of plant protection products is further reduced due to apprehensions regarding residues in food and water, as well as their environmental consequences. However, it is not only safety that drives these restrictions, but also the ongoing requirement for novel chemical pesticides and resistant plant cultivars. Based on the information provided, it becomes evident that the transition towards alternat ...
The rapidly expanding global population has placed unprecedented pressure on agricultural systems to increase productivity while minimizing environmental impact. While the world's population steadily increasing, the need to ensure sustainable and resilient food production has never been more critical. In this context, pests and diseases pose significant challenges, undermining crop yields and compromising food security. The economic toll of plant diseases is staggering. Global crop losses due to diseases account for approximately 10-16% of total production annually. On the other hand, the list of plant protection products is further reduced due to apprehensions regarding residues in food and water, as well as their environmental consequences. However, it is not only safety that drives these restrictions, but also the ongoing requirement for novel chemical pesticides and resistant plant cultivars. Based on the information provided, it becomes evident that the transition towards alternative plant protection methods that are more environmentally friendly is unavoidable. Despite the accumulated knowledge in BCAs little is known about their interactions and their combinational ability with other plant protection products. Moreover, the industry evaluates BCAs mostly as fungicides rather than microorganisms, and they are not studied for their bactericidal efficacy. This doctoral thesis aims to provide significant knowledge regarding Biological Control Agents (BCAs), their interactions, and the colonization ability of BCAs in the presence of organic amendment and copper nanoparticles. The potential of combinational use of biological control agents and novel bactericides was studied by conducting comprehensive in vitro and in planta studies, field experiments, and data analysis, to elucidate the synergistic interactions between these components and optimize their integration into existing Integrated Pest Management frameworks. This research aims to provide evidence-based recommendations for sustainable and ecologically balanced pest management practices and safe food products. The efficacy of novel nano-based copper products (CuNPs) was tested in vitro against eight economically important plant pathogenic bacteria. Results indicate that CuNPs (5,23 and 10,41 nm) inhibited growth in lower concentrations compared to reference products (Nordox and Kocide). In addition, CuNPs were assessed in planta against Xanthomonas campestris pv. vesicatoria, causing agent of the bacterial spot disease of tomato. Pathogen population growth was delayed, in comparison to conventional copper compounds (Nordox), at the first stage of disease development. This fact suggested a superior efficacy for CuNPs. X-ray fluorescence spectrometry (XRF) measurements of tomato leaves correlated the bioavailability of copper to bactericidal efficacy. It is reported, for the first time, that the bioavailability of copper is higher in the case of nanoparticles, compared to conventional copper bactericides, and is dependent on synthesis method rather than size. To evaluate the combinational ability of the commercial strain B. amyloliquefaciens MBI600 (Serifel) with TriaAlfa Essence, a commercial Organic amendment, in vitro growth tests were performed. In addition, MBI600 population growth was monitored on leaves and fruits of vineyard, cherry, orange, and tomato crop in field experiments using two different methods: the number of colony-forming units (CFUs) and the quantitative Real-Time PCR method. Results showed that TriaAlfa significantly enhanced MBI600 colonization on fruits of vineyards. Also, comparing the two methods of assessment, a significant difference in the MBI600 population was observed when TriaAlfa was supplemented in the higher concentration of 1 L/ acre Real-Time PCR method was used in contrast to dilution plating (CFUs).
περισσότερα