Περίληψη
Αντικείμενο αυτής της διατριβής είναι η διερεύνηση της ιστορικής εξέλιξης τριών περιφραστικών δομών της Ελληνικής. Πιο συγκεκριμένα, εξετάζονται οι μεταβολές που συνοδεύουν την εξελικτική πορεία των ρηματικών περιφράσεων ειμί/είμαι + μετοχή Ενεστώτα, Αορίστου και Παρακειμένου στις διάφορες φάσεις της Ελληνικής, από την ομηρική μέχρι την ύστερη μεσαιωνική. Οι περιφράσεις αυτές εξετάζονται όχι τόσο ως μορφές δήλωσης μιας γραμματικής κατηγορίας (π.χ. Παρακειμένου) όσο ως εκδοχές ενός κοινού συντακτικού σχήματος που προκύπτει από τη σύναψη του συνδετικού ρήματος με τη μετοχή. Η επιλογή αυτή επέτρεψε τον εντοπισμό των αιτίων και μηχανισμών με τους οποίους επήλθαν σταδιακά μεταβολές, που ερμηνεύουν σαφέστερα τον ρόλο των περιφράσεων και τον ρόλο τους μέσα στο ρηματικό σύστημα. Το θεωρητικό πλαίσιο στηρίζεται κατά βάση στις αρχές της λειτουργικής προσέγγισης για τη γλωσσική μεταβολή με την προσθήκη ιδεών από νεότερες απόψεις, που υπερτονίζουν τον ρόλο της αναλογίας και της παραδειγματικής δ ...
Αντικείμενο αυτής της διατριβής είναι η διερεύνηση της ιστορικής εξέλιξης τριών περιφραστικών δομών της Ελληνικής. Πιο συγκεκριμένα, εξετάζονται οι μεταβολές που συνοδεύουν την εξελικτική πορεία των ρηματικών περιφράσεων ειμί/είμαι + μετοχή Ενεστώτα, Αορίστου και Παρακειμένου στις διάφορες φάσεις της Ελληνικής, από την ομηρική μέχρι την ύστερη μεσαιωνική. Οι περιφράσεις αυτές εξετάζονται όχι τόσο ως μορφές δήλωσης μιας γραμματικής κατηγορίας (π.χ. Παρακειμένου) όσο ως εκδοχές ενός κοινού συντακτικού σχήματος που προκύπτει από τη σύναψη του συνδετικού ρήματος με τη μετοχή. Η επιλογή αυτή επέτρεψε τον εντοπισμό των αιτίων και μηχανισμών με τους οποίους επήλθαν σταδιακά μεταβολές, που ερμηνεύουν σαφέστερα τον ρόλο των περιφράσεων και τον ρόλο τους μέσα στο ρηματικό σύστημα. Το θεωρητικό πλαίσιο στηρίζεται κατά βάση στις αρχές της λειτουργικής προσέγγισης για τη γλωσσική μεταβολή με την προσθήκη ιδεών από νεότερες απόψεις, που υπερτονίζουν τον ρόλο της αναλογίας και της παραδειγματικής διεύρυνσης ή το ρόλο των μορφικών παραγόντων στην κατανόηση της μεταβολής ενός συντακτικού σχήματος.
Τα βασικά πορίσματα στα οποία κατέληξε η έρευνα είναι τα εξής: α) Το σύστημα των εξεταζόμενων περιφράσεων διαχρονικά θεωρούμενο αποδεικνύεται ασύμμετρο και άνισο (μονομερές στην ομηρική, τριμερές από την κλασική μέχρι την πρώιμη μεσαιωνική, μονομερές στην ύστερη μεσαιωνική περίοδο). β) Ο κύριος συντελεστής λειτουργίας και εξέλιξης των περιφράσεων είναι το διφυές του (ονοματικού και ρηματικού) χαρακτήρα της μετοχής και η δυνατότητα μετακίνησης από την περιοχή ελέγχου του ενός στην περιοχή του άλλου. γ) Η εξέλιξη των περιφράσεων αυτών μπορεί να ερμηνευτεί επαρκέστερα ως διαδικασία αναλογικής παραδειγματικής επέκτασης παρά με τις κλασικές αρχές της γραμματικοποίησης, που λειτούργησε μόνο μερικώς από μία περίοδο και μετά. δ) Από θεωρητική άποψη αυτό σημαίνει ότι η μετακίνηση του συνδετικού σε βοηθητικό ρήμα με παλινδρόμηση σε συνδετικό έχει μορφική (συντακτική) αφετηρία και όχι σημασιολογική-πραγματολογική, καθώς δείχνει να εξαρτάται από τα κατηγοριακά χαρακτηριστικά της μετοχής, εν προκειμένω του κατηγορηματικού συμπληρώματος. Συνολικά, τα ευρήματα αυτά έχουν δύο βασικές θεωρητικές συνέπειες: πρώτον, συμβάλλουν στη συζήτηση για την καταγωγή και την εξέλιξη των περιφραστικών δομών• δεύτερον, ενισχύουν τα επιχειρήματα εκείνων που πιστεύουν πως η αναλογία είναι σημαντικός μηχανισμός συντακτικής μεταβολής.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
In this dissertation I investigate the historical development of three participial periphrastic constructions in Greek (from the Homeric to the Medieval period). I specifically focus on the constructions formed by the combination of the copula verb eimi/eimai (‘to be’) plus the (present, aorist, perfect) participle. Although this subject has attracted the attention of researchers for a long time, it still lacks an exhaustive and theoretically informed diachronic linguistic study. My principal aim is to provide a complete account of the diachronic stages that these periphrases underwent and, subsequently, to postulate an explanation for the mechanism and the causes of the described changes.
The theoretical introduction of this study involves the treatment of notions which have been used to refer to constructions such as those under examination. Periphrasis, grammaticalization, copula and auxiliary verb, participle are discussed at length in order to provide the framework of the diach ...
In this dissertation I investigate the historical development of three participial periphrastic constructions in Greek (from the Homeric to the Medieval period). I specifically focus on the constructions formed by the combination of the copula verb eimi/eimai (‘to be’) plus the (present, aorist, perfect) participle. Although this subject has attracted the attention of researchers for a long time, it still lacks an exhaustive and theoretically informed diachronic linguistic study. My principal aim is to provide a complete account of the diachronic stages that these periphrases underwent and, subsequently, to postulate an explanation for the mechanism and the causes of the described changes.
The theoretical introduction of this study involves the treatment of notions which have been used to refer to constructions such as those under examination. Periphrasis, grammaticalization, copula and auxiliary verb, participle are discussed at length in order to provide the framework of the diachronic analysis. Special attention is paid to the inadequacies which characterize the classical grammaticalization approaches as far as periphrases of the type BE + participle are concerned (e.g. the problematic application of grammaticalization criteria), whereas, at the same time, some alternative theoretical machinery is introduced (e.g. syntactic gradience, analogy) with the aim to be tested as to whether it can offer a fuller explanation. Following that, I go on to a detailed description of the Greek diachronic data in an attempt to shed light on the changes observed in each chronological period (Homeric, Classical, Hellenistic, Medieval). What is revealed here is that, contrary to what has been believed until now, the properties of the constructions have undergone a great amount of change.
On the basis of the preceding discussion, I put forth my proposal which is a novel approach for accounting the development of the periphrases and bases on the mechanism of analogy and the formal properties of the constructions rather than on the semantic bleaching or the pragmatic manipulation of meaning. Building on some current views which highlight the role of analogy as a causal mechanism in language change, I propose that the creation and subsequent evolution of the periphrases is a succession of analogical mappings on the paradigmatic axis. To my view, the formation of the Greek periphrases proceeded as follows: early in the history of the language (Homeric and Classical Greek) the construction is copular in nature and hence restricted to those participles that can be easily read as adjectives, namely those that adduce a strong stative, non-temporary semantic value (e.g. perfect passive participles). Gradually, the construction starts being used with even more participles that are less similar to prototypical adjectives (e.g. perfect active and present passive participles). This tendency was reinforced considerably during the Hellenistic times, a fact which is manifested through the compatibility of the construction with the present active and aorist participles, i.e. the less adjectival ones). A postulation like this explains the gradual, stepwise fashion by which the periphrases appeared and offers a strong justification to why those constructions, which are more amenable to a nominal interpretation, predate those which exhibit a salient verbality. As a result, the Greek periphrases are considered the outcome of an analogically motivated verbalization process which was responsible for the gradual spreading in the use of the various eimi + participle forms in the post-classical times and, in turn, create the circumstances for a closer interaction of specific periphrastic forms (e.g. the aorist periphrasis) with particular grammatical meanings. The formal uniformity alongside the inter-categorial (nominal and verbal) character of the Classical Greek participle is recognized as the basic trigger for the initiation of analogy mechanism that led to the verbalization and grammaticalization process of an originally non-verbal construction. On the whole, such findings have two notable implications: first, they open a fresh round of discussion on the origin and development of periphrastic constructions; second, they bring arguments to those who believe that analogy ranks high in understanding syntactic change.
περισσότερα