Η χλωρίδα και η βλάστηση του όρους Πεντελικού: ( Ανατολική Αττική)
Περίληψη
Το Πεντελικό όρος ή Πεντέλη (1108 m) εκτείνεται στο ΒΑ τμήμα της Αττικής και αποτελεί έναν από τους τέσσερις ορεινούς όγκους, που περιβάλλουν το λεκανοπέδιο της Αθήνας. Η περιοχή έρευνας οριοθετείται από τις συντεταγμένες 38°00'00'' έως 38°09'47'' Β και 23°48'41'' έως 23°59'22'' Α.Η περιοχή ανήκει γεωτεκτονικά στην κατώτερη μεταμορφωμένη ενότητα πετρωμάτων που απαντάται στην Αττική και τις Κυκλάδες. Στους μεταμορφωμένους σχηματισμούς συμμετέχουν μάρμαρα και διάφοροι τύποι κυρίως πυριτικών πετρωμάτων. Νεογενείς και τεταρτογενείς σχηματισμοί επικρατούν κυρίως στα περιφερειακά τμήματα της ερευνηθείσας περιοχής.Σύμφωνα με το κλιματικό διάγραμμα των Emberger-Sauvage οι πλησιέστεροι στην περιοχή έρευνας μετεωρολογικοί σταθμοί (Ανάβρυτα, Μαραθώνας, Σπάτα, Τατόι) εμφανίζονται να ανήκουν στον ημίξηρο βιοκλιματικό όροφο. Όλοι οι σταθμοί χαρακτηρίζονται από ήπιο χειμώνα. Σύμφωνα με εκτιμήσεις μας τα ανώτερα τμήματα του όρους θα πρέπει να ανήκουν στον ύφυγρο βιοκλιματικό όροφο με χειμώνα ψυχρό. Ξη ...
Το Πεντελικό όρος ή Πεντέλη (1108 m) εκτείνεται στο ΒΑ τμήμα της Αττικής και αποτελεί έναν από τους τέσσερις ορεινούς όγκους, που περιβάλλουν το λεκανοπέδιο της Αθήνας. Η περιοχή έρευνας οριοθετείται από τις συντεταγμένες 38°00'00'' έως 38°09'47'' Β και 23°48'41'' έως 23°59'22'' Α.Η περιοχή ανήκει γεωτεκτονικά στην κατώτερη μεταμορφωμένη ενότητα πετρωμάτων που απαντάται στην Αττική και τις Κυκλάδες. Στους μεταμορφωμένους σχηματισμούς συμμετέχουν μάρμαρα και διάφοροι τύποι κυρίως πυριτικών πετρωμάτων. Νεογενείς και τεταρτογενείς σχηματισμοί επικρατούν κυρίως στα περιφερειακά τμήματα της ερευνηθείσας περιοχής.Σύμφωνα με το κλιματικό διάγραμμα των Emberger-Sauvage οι πλησιέστεροι στην περιοχή έρευνας μετεωρολογικοί σταθμοί (Ανάβρυτα, Μαραθώνας, Σπάτα, Τατόι) εμφανίζονται να ανήκουν στον ημίξηρο βιοκλιματικό όροφο. Όλοι οι σταθμοί χαρακτηρίζονται από ήπιο χειμώνα. Σύμφωνα με εκτιμήσεις μας τα ανώτερα τμήματα του όρους θα πρέπει να ανήκουν στον ύφυγρο βιοκλιματικό όροφο με χειμώνα ψυχρό. Ξηροθερμικότερες συνθήκες επικρατούν στις Ν υπώρειες σε αντίθεση με τις περιοχές Β και ΒΑ της κορυφής Πυργάρι, που δέχονται τα υψηλότερα ποσά κατακρημνισμάτων.Η έντονη παρουσία του ανθρώπου στην περιοχή από την αρχαιότητα συνδέεται κυρίως με τη γειτνίαση του όρους με το μεγαλύτερο αστικό κέντρο του ελλαδικού χώρου, την Αθήνα. Η επέκταση του οικιστικού ιστού της Αθήνας σε μεγάλο τμήμα της εξεταζόμενης περιοχής, τα λατομεία, οι εγκαταστάσεις τηλεπικοινωνιών, η βόσκηση και κυρίως οι επανειλημμένες πυρκαγιές καθιστούν το Πεντελικό μία από τις πιο έντονα ανθρωποεπηρεαζόμενες περιοχές της Ελλάδας. Το γεγονός αυτό έχει οδηγήσει στον εμπλουτισμό της χλωρίδας του με νέα χλωριδικά στοιχεία, αλλά και στην καταστροφή βιότοπων με ιδιαίτερο χλωριδικό ενδιαφέρον, όπως η μικρή λίμνη Θάλωσσι στη θέση που βρίσκεται σήμερα το γήπεδο της Νέας Πεντέλης.Για την έρευνα της χλωρίδας και της βλάστησης του Πεντελικού αφιερώθηκαν 165 ημέρες σε εργασία πεδίου. Συνολικά συλλέχθηκαν και προσδιορίστηκαν 3350 φυτικά δείγματα.527Η αυτοφυής και ημιαυτοφυής χλωρίδα του Πεντελικού όρους, αποτελείται από 1090 taxa (είδη και υποείδη). Από αυτά τα 323 (29,63 %) αποτελούν νέες αναφορές για την περιοχή. Ανάμεσα σε αυτές συμπεριλαμβάνονται 1 νέα αναφορά για την ηπειρωτική Ελλάδα, 1 νέα για τη νότια Ελλάδα, 1 νέα για τη Στερεά Ελλάδα και 27 νέες αναφορές για την Αττική.Τα 1090 taxa κατανέμονται σε 91 οικογένειες και 465 γένη. Από αυτά τα 14 είναι Πτεριδόφυτα και τα 1076 Σπερματόφυτα. Από τα τελευταία, 5 είναι Γυμνόσπερμα και 1071 Αγγειόσπερμα. Τέλος, από τα Αγγειόσπερμα 845 ανήκουν στα Δικοτυλήδονα και 226 στα Μονοκοτυλήδονα.Οι 10 πλουσιότερες σε αριθμό taxa οικογένειες είναι: Leguminosae (135), Compositae (122), Gramineae (97), Cruciferae (57), Caryophyllaceae (55), Labiatae (45), Liliaceae (44), Umbelliferae (40), Orchidaceae (38), Scrophulariaceae (29). Αξιοσημείωτη είναι η υπεροχή των Leguminosae έναντι των Compositae, ένα στοιχείο το οποίο είναι γνωστό κυρίως από νησιωτικές περιοχές της Ελλάδας. Γενικότερα, η κατάταξη των πλουσιότερων σε taxa οικογενειών προσομοιάζει περισσότερο με αυτή περιοχών με έντονο μεσογειακό χαρακτήρα παρά με αυτή ηπειρωτικών περιοχών με μεγάλο υψόμετρο.Στο βιοφάσμα της περιοχής επικρατούν τα θερόφυτα (47,43%) και ακολουθούν τα ημικρυπτόφυτα (23,02%), τα γεώφυτα (14,31%), τα χαμαίφυτα (8,9%), τα φανερόφυτα (5,96%) και τα υδρόφυτα (0,36%). Το ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό των θερόφυτων σε σχέση με άλλες ορεινές περιοχές της Ελλάδας, μπορεί να αποδοθεί στη γειτνίαση του Πεντελικού με το Ν Ευβοϊκό Κόλπο, τις ξηροθερμικότερες συνθήκες που επικρατούν κυρίως στα Ν τμήματά του, στο σχετικά χαμηλό του υψόμετρο και μερικώς στην έντονη ανθρώπινη επίδραση που έχει δεχθεί η περιοχή.Από την ανάλυση του χωρολογικού φάσματος προκύπτει ότι τα μεσογειακά και τα εξωμεσογειακά γεωστοιχεία υπερτερούν συντριπτικά με ποσοστό 74,31%. Τα στοιχεία τόσο του βιοφάσματος όσο και του χωρολογικού φάσματος υπογραμμίζουν τον έντονο μεσογειακό χαρακτήρα της περιοχής.Το Πεντελικό διακρίνεται για τον πολύ μικρό αριθμό βαλκανικών ενδημικών τόσο σε ποσοστό (1,65 %) όσο και σε απόλυτους αριθμούς (18 taxa), που συμμετέχουν στη χλωρίδα του, σε σχέση με άλλες ορεινές περιοχές της ηπειρωτικής Ελλάδας. Ο μικρός528αριθμός βαλκανικών ενδημικών taxa του Πεντελικού οφείλεται κατά κύριο λόγο στο χαμηλό υψόμετρο της περιοχής.Ο αριθμός των ελληνικών ενδημικών ανέρχεται σε 65 taxa (5,96 % του συνόλου της χλωρίδας). Ένας σημαντικός αριθμός από αυτά (23 taxa), φύεται αποκλειστικά σε περιοχές με γεωλογικό υπόστρωμα τα μάρμαρα. Αντίθετα, ο αριθμός των ενδημικών taxa που φύονται αποκλειστικά σε περιοχές με πυριτικά πετρώματα ανέρχεται μόλις σε τρία. Η παρουσία των υπόλοιπων ενδημικών taxa δε φαίνεται να συνδέεται με την ύπαρξη συγκεκριμένου τύπου γεωλογικού υποστρώματος. Από τα 65 ελληνικά ενδημικά του Πεντελικού μόνο το Verbascum pentelicum θεωρείται τοπικό ενδημικό του όρους, ενώ συνολικά 3 θεωρούνται στενότοπα ενδημικά της Αττικής.Στη σύνθεση της χλωρίδας του Πεντελικού συμμετέχουν και 51 επιγενή taxa, αμερικανικής κυρίως προέλευσης, η παρουσία των οποίων δείχνει την έντονη ανθρώπινη επίδραση ιδιαίτερα στις χαμηλότερες περιοχές.Με βάση το δείκτη Sørensen την ισχυρότερη χλωριδική συγγένεια παρουσιάζει το Πεντελικό με ορεινές περιοχές χαμηλού και μεσαίου υψόμετρου που γειτνιάζουν με αυτό, όπως τα όρη της Δ Αττικής και με νησιωτικές περιοχές, όπως τα νησιά του Σαρωνικού και την Άνδρο.Με βάση τα κοινά ελληνικά ενδημικά taxa εντονότερη φυτογεωγραφική σύνδεση παρουσιάζει η περιοχή με τα νησιά του Δ Αιγαίου, την Πελοπόννησο και τις Κυκλάδες.Συνολικά 114 taxa της χλωρίδας του Πεντελικού όρους θεωρούνται σημαντικά εξαιτίας του ενδημικού τους χαρακτήρα, της περιορισμένης γεωγραφικής τους εξάπλωσης και των ιδιαίτερων συνθηκών του βιότοπου στον οποίο αναπτύσσονται ή γενικότερα, εξαιτίας της σπανιότητας που εμφανίζουν στον ελλαδικό χώρο και των απειλών που δέχονται. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στην κατάσταση του πληθυσμού του τοπικού ενδημικού είδους Verbascum pentelicum. Ο συνολικός αριθμός των ατόμων του πληθυσμού είναι μικρότερος από 100 και η έκταση που καταλαμβάνει περιμετρικά της κορυφής Πυργάρι είναι ιδιαίτερα μικρή. Το είδος πρέπει να υπαχθεί στην κατηγορία κινδύνου «Κρισίμως Κινδυνεύον (CR)». Συνολικά 23 taxa της χλωρίδας του Πεντελικού προστατεύονται από το Προεδρικό Διάταγμα 67/1981, 3 από τη Σύμβαση της Βέρνης, 40 από τη Σύμβαση CITES και 2 από την οδηγία 92/43/EOK. Σε529ό,τι αφορά την κατάσταση διατήρησης 4 taxa χαρακτηρίζονται ως τρωτά (VU), 2 ως σχεδόν απειλούμενα (NT) και 10 ως σπάνια (R).Για την έρευνα της βλάστησης ακολουθήθηκε η φυτοκοινωνιολογική μέθοδος Braun-Blanquet. Συνολικά διενεργήθηκαν φυτοληψίες σε 200 δειγματοληπτικές επιφάνειες.Το κυρίαρχο φυσιογνωμικά στοιχείο της βλάστησης του Πεντελικού είναι η Quercus coccifera. Το είδος αυτό έχει ευρεία εξάπλωση σε όλες τις περιοχές του όρους και συμμετέχει στη σύνθεση όλων σχεδόν των μονάδων βλάστησης που διακρίθηκαν. Επίσης, αποτελεί το σημαντικότερο στοιχείο του υπώροφου των δασών Pinus halepensis της περιοχής. Γενικότερα, οι θαμνώνες που σχηματίζει, εξαιτίας της έντονης ανθρωπογενούς υποβάθμισης (κυρίως λόγω των συχνών πυρκαγιών), είναι αραιοί και χαμηλοί (συνήθως χαμηλότεροι των 2 m) και εντάσσονται δομικά στην κατηγορία των garrigues. Σε όλο το χώρο που καλύπτουν οι θαμνώνες Quercus coccifera, με εξαίρεση τα ανώτερα τμήματα γύρω από την κορυφή Πυργάρι, έως τα 800 μέτρα περίπου, συναντάμε και πυκνά ή αραιά δάση Pinus halepensis. Η παρουσία των υπόλοιπων σημαντικών για τη διαμόρφωση της φυσιογνωμίας των θαμνώνων αυτών taxa εξαρτάται κυρίως από τις τοποκλιματικές και μικροκλιματικές συνθήκες που επικρατούν στις διάφορες περιοχές του όρους και δευτερευόντως από τον τύπο του γεωλογικού υποστρώματος. Επίσης, στην περίπτωση της Pinus halepensis και από την ένταση των ανθρωπογενών επιδράσεων (κυρίως από τη συχνότητα των πυρκαγιών).Τα διάκενα των χαμηλών και αραιών αυτών θαμνώνων Quercus coccifera καλύπτουν φρυγανικά taxa με πληθοκάλυψη πολλές φορές μεγαλύτερη από την αντίστοιχη των θαμνωδών, εξαιτίας της έντονης υποβάθμισης. Κυρίαρχο ρόλο στον ημιθαμνώδη όροφο που συγκροτούν κατέχουν τα είδη του γένους Cistus, γεγονός αναμενόμενο από την πυρογενή προέλευση των περισσότερων μονάδων βλάστησης του όρους.Σε περιοχές με γεωλογικό υπόστρωμα τα μάρμαρα, που εμφανίζονται κατά κανόνα έντονα διαβρωμένες, κυριαρχούν τα ακόλουθα taxa: Euphorbia acanthothamnos (μόνο στα Α και χαμηλότερα τμήματα του όρους), Cistus creticus s.l., Phlomis fruticosa, Phagnalon rupestre subsp. graecum, Micromeria juliana.530Σε σχιστολιθικές περιοχές του όρους χαρακτηριστικά είναι τα taxa: Genista acanthoclada, Cistus creticus s.l., Cistus salviifolius, Satureja thymbra, Thymelaea tartonraira. Κατά τόπους σημαντική είναι και η παρουσία των Sarcopoterium spinosum, Coridothymus capitatus, Erica manipuliflora, Anthyllis hermanniae.Στον ποώδη όροφο συμμετέχει μεγάλος αριθμός taxa με κυρίαρχο ανάμεσά τους το αγρωστώδες Brachypodium retusum.Η βλάστηση του Πεντελικού εντάσσεται στην ευμεσογειακή ζώνη βλάστησης Quercetalia ilicis με τα ανώτερα τμήματα γύρω από την κορυφή Πυργάρι να εμφανίζουν και έντονα στοιχεία της Quercetea pubescentis. Γενικότερα, δύο υποζώνες θα μπορούσαν να διακριθούν στο όρος με όριο ανάμεσά τους τα 500 m περίπου: Στα χαμηλότερα τμήματα η ζώνη της Oleo-Ceratonion και στα ανώτερα η ζώνη της Quercion ilicis. Το όριο των 500 m μπορεί να διαφοροποιείται ανάλογα με τις τοποκλιματικές και μικροκλιματικές συνθήκες που επικρατούν από περιοχή σε περιοχή, ενώ ανάμεσα στις δύο ζώνες παρατηρούνται και ενδιάμεσες μεταβατικές μορφές βλάστησης.Τα εδάφη στις σχιστολιθικές περιοχές του όρους έχουν σε όλες τις περιπτώσεις που εξετάστηκαν αμμοπηλώδη υφή και υψηλά ποσοστά σε άμμο που υπερβαίνουν το 60%. Αντίθετα, το pH στις περιοχές αυτές μπορεί να διαφέρει (από όξινο έως αλκαλικό). Τα εδάφη στις περιοχές με μάρμαρα που εξετάστηκαν, έχουν σε όλες τις περιπτώσεις αλκαλικό pH, διαφέρουν όμως ως προς τη μηχανική τους σύσταση (πηλοαμμώδη προς αμμοπηλώδη στο «κατώτερο μάρμαρο» του κεντρικού Πεντελικού, βαριά αργιλοπηλώδη στο «ανώτερο μάρμαρο»).Η πρώτη ενότητα βλάστησης που συναντάμε ξεκινώντας από τα χαμηλότερα τμήματα του όρους περιλαμβάνει μονάδες βλάστησης στον αυξητικό χώρο της Oleo-Ceratonion σε περιοχές με γεωλογικό υπόστρωμα τα μάρμαρα. Εκτείνεται από τα 50-500 m περίπου. Η κυριότερη μονάδα βλάστησης που συναντάμε στο χώρο αυτό είναι η κοινότητα Quercus coccifera-Olea europaea subsp. oleaster. Λόγω ισχυρής χλωριδικής συγγένειας, η κοινότητα αυτή θα μπορούσε να θεωρηθεί ως υποβαθμισμένη μορφή της φυτοκοινωνίας Oleo europaeae-Pistacietum lentisci και συγκεκριμένα της υποφυτοκοινωνίας cocciferetosum. Σε θέσεις στις οποίες παρατηρείται συγκέντρωση εδαφικού υλικού από γειτονικές περιοχές παρατηρούμε και όψη των φυτοκοινοτήτων αυτών με Cistus monspeliensis. Επίσης, στο χώρο αυτό συναντάμε κατά τόπους και531αραιούς σχηματισμούς Juniperus phoenicea, κυρίως σε νησίδες βλάστησης που δεν έχουν πληγεί επανειλημμένα από πυρκαγιές.H δεύτερη ενότητα βλάστησης που διακρίναμε, περιλαμβάνει μονάδες βλάστησης στα κατώτερα και μεσαία υψομετρικά τμήματα του όρους με γεωλογικό υπόστρωμα τους σχιστόλιθους. Οι σχηματισμοί αυτοί εκτείνονται κυρίως στις σχιστολιθικές περιοχές του Ν Πεντελικού. Η κοινότητα που επικρατεί είναι η Quercus coccifera-Genista acanthoclada. Συχνή είναι και η όψη των σχηματισμών αυτών με Pinus halepensis. Αντίθετα, λιγότερο συχνή είναι η όψη των σχηματισμών αυτών με Sarcopoterium spinosum και Erica manipuliflora.Μία από τις σημαντικότερες διαφορές μεταξύ των περιοχών με μάρμαρα και των περιοχών με σχιστόλιθους στα κατώτερα και μεσαία υψομετρικά τμήματα του όρους αφορά τα χαρακτηριστικά φρυγανικά τους taxa. Οι διαφορές αυτές, όμως, συχνά δεν οφείλονται τόσο στον τύπο του πετρώματος αλλά στον παράγοντα «βάθος εδάφους» και στο γεγονός ότι οι περιοχές με μάρμαρα είναι κατά κανόνα περισσότερο διαβρωμένες και βραχώδεις. Διαφορές παρατηρούνται και στον ποώδη όροφο των δύο περιοχών, οι οποίες πρέπει να αποδοθούν στη διαφορετική μηχανική σύσταση των εδαφών που εδράζονται σε αυτά. Γενικότερα, η χλωρίδα των συγκεκριμένων περιοχών με μάρμαρα επιφυλάσσει περισσότερες εκπλήξεις από θέση σε θέση, σε αντίθεση με τη μονοτονία των σχιστολιθικών περιοχών στις οποίες ανευρίσκονται, στις περισσότερες περιπτώσεις, κοινά είδη με μικρότερο φυτογεωγραφικό ενδιαφέρον.Στα Β τμήματα και σε σχιστολιθικό υπόστρωμα αναπτύσσεται η κοινότητα Arbutus unedo-Erica arborea. Χαρακτηριστικά είδη των σχηματισμών αυτών μπορούν να θεωρηθούν και τα Arbutus andrachne, Quercus ilex και Cotinus coggygria, αφού τους διαφοροποιούν από αντίστοιχους που αναπτύσσονται επίσης σε σχιστολιθικό υπόστρωμα και στα ίδια υψομετρικά επίπεδα στο Ν Πεντελικό. Η μονάδα αυτή, όπως και οι επόμενες που θα αναφερθούν, αναπτύσσεται στον αυξητικό χώρο της Quercion ilicis.Η επόμενη ενότητα περιλαμβάνει μονάδες βλάστησης στα κεντρικά τμήματα του Πεντελικού, στο μεσο-μεσογειακό όροφο (500-850 m) και σε περιοχές με γεωλογικό υπόστρωμα τα μάρμαρα. Στο χώρο αυτό επικρατεί η κοινότητα Quercus coccifera και οι όψεις της με Pinus halepensis.532Η σημαντικότερη κοινότητα που διακρίνουμε στα ανώτερα τμήματα του όρους είναι η Quercus coccifera-Juniperus oxycedrus subsp. oxycedrus. Καταλαμβάνει μια μικρή σχετικά ζώνη περιμετρικά της κορυφής Πυργάρι, κυρίως πάνω από τα (850-) 900 m. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον εδώ παρουσιάζει ο ποώδης όροφος, ο οποίος περιλαμβάνει μεγάλο αριθμό από taxa που είναι χαρακτηριστικά των ανώτερων τμημάτων του όρους. Μερικά από αυτά είναι αντιπροσωπευτικά της κλάσης Quercetea pubescentis, γεγονός που αντικατοπτρίζει τη μετάβαση στις υγροψυχροβιότερες βιοκλιματικές συνθήκες της περιοχής.Η δεύτερη σημαντική κοινότητα που διακρίνουμε στα ανώτερα τμήματα του όρους είναι η Quercus ilex-Ostrya carpinifolia, η οποία καταλαμβάνει μια μικρή σχετικά έκταση σε απόκρημνες πλαγιές Β της κορυφής Πυργάρι. Υψομετρικά εκτείνεται από τα (850-) 900-1050 m. Αναπτύσσεται κυρίως σε μάρμαρα αλλά και σε εφαπτόμενα σχιστολιθικά πετρώματα. Αποτελεί ίσως την υγροψυχροβιότερη μονάδα βλάστησης του όρους και το μοναδικό μικτό σχηματισμό αείφυλλων σκληρόφυλλων-φυλλοβόλων που συναντάμε σε αυτό. Συνταξινομικά ανήκει στη συνένωση Quercion ilicis, έχοντας, όμως, έντονα στοιχεία μετάβασης προς την υπομεσογειακή (παραμεσογειακή) υποζώνη της Ostryo-Carpinion.Σε όλη την εξεταζόμενη περιοχή, με εξαίρεση τα ανώτερα τμήματα γύρω από την κορυφή Πυργάρι, συναντάμε και πυκνά δάση Pinus halepensis, δηλαδή δάση στα οποία η πληθοκάλυψη του είδους αυτού συχνά ξεπερνά το 90 %. Η χλωριδική σύνθεση των πευκοδασών του Πεντελικού καθορίζεται από τον αρχικό τύπο βλάστησης, στον οποίο διεισδύει και αναπτύσσεται η Pinus halepensis. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι μία όψη των φυτοκοινοτήτων αυτών με Pinus halepensis, στην οποία η έντονη σκίαση και ο ανταγωνισμός που ασκεί το ομώνυμο (κυρίαρχο) είδος περιορίζει αισθητά τον αρχικό αριθμό των ειδών αλλά και την πληθοκάλυψη όσων από αυτά εξακολουθούν να συμμετέχουν στους πυκνούς σχηματισμούς δασών. Μετά την καταστροφική πυρκαγιά του 2009 τα πιο εκτεταμένα και πυκνά δάση Pinus halepensis εντοπίζονται στα ΒΔ τμήματα του κυρίως ορεινού όγκου.Στα Β κυρίως τμήματα της περιοχής έρευνας διακρίνουμε επίσης τη χασμοφυτική-βραχόφιλη βλάστηση απόκρημνων πλαγιών. Τα taxa που διακρίνονται για τον ιδιαίτερα υψηλό βαθμό σταθερότητας και πιστότητας στους συγκεκριμένους οικότοπους, σε όλο533το υψομετρικό εύρος της εξεταζόμενης περιοχής, είναι η Campanula celsii subsp. celsii και η Inula methanaea.Σημαντικότερες από τις μονάδες βλάστησης που διακρίθηκαν στα διάφορα ρέματα του όρους είναι η κοινότητα Platanus orientalis και η φυτοκοινωνία Equiseto telmateiae-Platanetum orientalis. Οι μονάδες αυτές εντάσσονται στην κλάση Populetea albae. Στην κλάση Nerio-Tamaricetea ξεχωρίζει η κοινότητα Nerium oleander ssp. oleander στο ρέμα του Κιμπιτούγιου μεταξύ του φράγματος της Ραπεντώσας και του Βρανά.Συνοψίζοντας, στις φυσικές περιοχές του όρους διακρίναμε 8 ενότητες βλάστησης, οι οποίες ανήκουν σε 5 Κλάσεις. Αναγνωρίστηκαν μία φυτοκοινωνία, 14 κοινότητες και διάφορες όψεις τους. Μερικές από αυτές αναγνωρίζονται για πρώτη φορά και έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, όπως π.χ. η κοινότητα Quercus ilex-Ostrya carpinifolia.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Mt Pendelikon or Pendeli is located in the administrative territory of Sterea Ellas in mainland Greece and belongs to the homonymous unit according to the division in “Flora Hellenica” (Strid & Tan 1997) (fig. 1). It is situated NE of the megalopolis of Athens and is the second highest mountain surrounding the capital of Greece. The boundaries of the investigated area are defined by the coordinates 38°00'00" to 38°09'47" N and 23°48'41" to 23°59'22" E.Geologically the area belongs to the lower metamorphic unit of rocks that occur in Attiki and the Kiklades. The main substrates are marbles and schists (in many cases with marble intercalations) in about equal cover. The peripheral zone of the mountain consists mainly of fluvio-lacustrine and lacustrine-terrestrial deposits of upper Miocene (IGME 2001).Climatic data are available from the nearby meteorological stations of Marathon, Spata, Tatoi and Anavrita, all situated in an altitudinal range of 2-310 m. According to the climatic diagra ...
Mt Pendelikon or Pendeli is located in the administrative territory of Sterea Ellas in mainland Greece and belongs to the homonymous unit according to the division in “Flora Hellenica” (Strid & Tan 1997) (fig. 1). It is situated NE of the megalopolis of Athens and is the second highest mountain surrounding the capital of Greece. The boundaries of the investigated area are defined by the coordinates 38°00'00" to 38°09'47" N and 23°48'41" to 23°59'22" E.Geologically the area belongs to the lower metamorphic unit of rocks that occur in Attiki and the Kiklades. The main substrates are marbles and schists (in many cases with marble intercalations) in about equal cover. The peripheral zone of the mountain consists mainly of fluvio-lacustrine and lacustrine-terrestrial deposits of upper Miocene (IGME 2001).Climatic data are available from the nearby meteorological stations of Marathon, Spata, Tatoi and Anavrita, all situated in an altitudinal range of 2-310 m. According to the climatic diagram by Emberger (1955, 1959) and Sauvage (1963) the bioclimate of the area is semi-arid with mild winter. The dry period, according to the ombrothermic diagram by Bagnouls & Gaussen (1957), lasts five (Anavrita) to six and half (Spata) months. Regional and local differences exist, depending on altitude and topography, i.e. the upper parts of the mountain and its north-facing slopes receive considerable higher amounts of precipitation.The study area can be considered as one of the most human-influenced of Greece. The expansion of the city of Athens raised the demand for land mainly for residential use and led to the rush urbanization of the area. A significant part of it is now covered with concrete buildings. The total population of the area is c. 190000 according to the census of 2001 and concentrated mainly on the foothills surrounding the main mass of the mountain. The whole area has been swept repeatedly by wildfires in the last decades, the impact of which is visible in the physiognomy of the landscape and vegetation. Marble quarries, most of them inactive nowadays, cover an area of c. 300 ha mainly in the central parts of the mountain. Finally to the anthropogenic effects in the landscape we can add grazing and the existence of military and telecommunications facilities especially in the535upper parts of the mountain. All these human disturbances caused the destruction of many biotopes, rare or of special ecological and floristic interest in the landscape of Attiki. For example the small lake Thalassi, in the area of Nea Pendeli municipality, where Heldreich collected some species of wet habitats is now filled up with earth and converted to football pitch. Nevertheless the mountain continuous to host a very rich and interesting flora and the main disparity with the past is that it has been enriched significantly with many synanthropic taxa.For the study of the flora and vegetation of the mountain 165 days were devoted on collections and field observations. Totally 3350 specimens were collected and determined.The spontaneous and subspontaneous flora of Mount Pendelikon consists of 1090 taxa of which 323 (29,63%) are new records for the investigated area. From them 1 is a new record for the Greek mainland, 1 new for Southern Greece, 1 new for Sterea Ellas and 27 are new records for Attiki.The 1090 taxa belong to 465 genera and 91 families. From them 14 belong to Pteridophyta and 1076 to Spermatophyta. From the latter category 5 are Gymnospermae and 1071 Angiospermae. Finally from the Angiospermae 845 belong to Dicotyledones and 226 to Monocotyledones.The 10 richest in number of taxa families are: Leguminosae (135), Compositae (122), Gramineae (97), Cruciferae (57), Caryophyllaceae (55), Labiatae (45), Liliaceae (44), Umbelliferae (40), Orchidaceae (38), Scrophulariaceae (29). It is notable that Leguminosae prevails to Compositae, a fact that it is known mainly from several islands of Greece. In general the order of the richest families resembles more that of areas with intense Mediterranean character than that of continental areas of Greece with high altitude.The life-form spectrum shows that therophytes dominate (47,43%) followed by hemicryptophytes (23,02%) while geophytes (14,31%), chamaephytes (8,9%) phanerophytes (5,96%) and especially hydrophytes (0,36%) are represented by smaller percentages. The remarkable high proportion of therophytes compared to other mountainous regions of Greece can be attributed to the proximity of Mt Pendelikon to South Euboic Gulf, to the dry and hot climatic conditions that prevail especially in its536southern parts, to the low altitude of the mountain and finally to the intense human influence in the area.The analysis of the chorological spectrum shows that Mediterranean and Eurymediterranean elements are dominant (74,31%). Both life-form and chorological spectrums underline the intense Mediterranean character of the mountain’s flora.One of the distinctive features of the phytogeography of the investigated area is the small number of Balkan endemics (18 taxa, 1,65%) that participate in the composition of its flora compare to other mountainous regions of continental Greece. The fact can be attributed mainly to the low altitude of the area.Greek endemics comprises 65 taxa (5,96%). A significant number of them (23 taxa) grows exclusively on areas with geological substrate the marbles. On the contrary the number of Greek endemics that grow exclusively on siliceous substrate is much smaller (3 taxa). The presence of the rest of the Greek endemics does not seem to be connected with the geological substrate. From the taxa of the mountain only one is a local endemic (Verbascum pentelicum Murb.) while 3 are considered regional endemics of Attiki [Asperula pulvinaris (Boiss.) Heldr. ex Boiss., Sideritis raeseri Boiss. & Heldr. subsp. attica (Heldr.) Papan. & Kokkini, Silene oligantha Boiss. & Heldr. subsp. parnesia Greuter)].The flora of the mountain comprises also 51 adventive taxa, mainly of American origin a fact that reflects the strong human influence on its composition.Using the Sørensen index we can make the conclusion that Pendelikon has the strongest floristic similarity with mountainous areas of Greece with low or moderate altitude close to it such as the mountains of West Attiki and with Greek islands, such as the islands of the Saronic Gulf and Andros.Based on the common distribution of endemic taxa the phytogeographical connections of the area are strongest with the West Aegean islands, Peloponnisos and the Kiklades.A total number of 114 taxa of the flora of the mountain are considered important as some of them are Greek endemics or they have a restricted distribution, or they are rare and threatened or just endemics. The most important element of this group is the local endemic Verbascum pentelicum. Its population comprises fewer than 100 individuals and537occupies a very small area in the peripheral zone of the summit Pirgari. For these reasons the species should be characterized as Critically Endangered. In general 23 taxa of the flora of the Mt Pendelikon are protected by the Greek Law 67/1981, 3 by the Bern Convention, 40 by the Convention CITES and 2 by the Directive 92/43 EEC. As it concerns the status of preservation 4 taxa are characterized as Vulnerable (VU), 2 as Near Threatened (NT) and 10 as Rare (R).For the study of the vegetation of the mountain we used the phytosociological method of Braun-Blanquet. For this purpose we conducted 200 releves.The physiognomy of the vegetation of the mountain is characterized by the presence of Quercus coccifera L. This species is widespread in the whole area and participates in the composition of almost all the vegetation units we recognized. It is also the dominant element of the shrub layer of all Pinus halepensis Mill. forests of the area. As a result of the intense degradation (mainly caused by the repeated fires) the Quercus coccifera scrubs are sparse and low (usually<2m). We can say that they belong to the vegetation type of “garrigues”.In the whole area covered by the Quercus coccifera scrub except from the upper parts of the mountain, mainly up to 800 m high, we also find sparse or dense Pinus halepensis forests.The existence of the rest of the constituent taxa of these scrubs depends mainly on the microclimatic conditions that exist in several parts of the mountain and secondly by the type of geological substrate. Additionally the existence of taxa such as Pinus halepensis depends on the intense of the human influence (mainly by the frequency of fires).The free space of the sparse and low Quercus coccifera scrub is covered by phryganic taxa with considerably high coverage because of the intense degradation. The most frequent of them are Cistus spp., a fact that reflects the impacts of fires on the vegetation of the mountain.Areas with geological substrate the marbles, which are in general eroded, are dominated by the taxa: Euphorbia acanthothamnos Heldr. & Sart. ex Boiss. (only in the eastern and lower parts of the mountain), Cistus creticus L. s.l., Phlomis fruticosa L., Phagnalon rupestre (L.) DC. subsp. graecum (Boiss. & Heldr.) Batt., Micromeria juliana538(L.) Rchb.. The characteristic taxa of schistose areas are the following: Genista acanthoclada DC. subsp. acanthoclada, Cistus creticus s.l., Cistus salviifolius L., Satureja thymbra L., Thymelaea tartonraira (L.) All. s.l. Locally abundant are also the taxa Sarcopoterium spinosum (L.) Spach, Coridothymus capitatus (L.) Rchb. f., Erica manipuliflora Salisb., Anthyllis hermanniae L.The herb layer is composed by a high number of taxa the most dominant of them being Brachypodium retusum (Pers.) P. Beauv.The vegetation of Pendelikon belongs to the eumediterranean vegetation zone Quercetalia ilicis Br.-Bl. 1931 ex Br.-Bl. 1936 em. Riv.-Mart.1974 while its upper parts near the summit Pirgari are strongly influenced by elements characteristic of the class Quercetea pubescentis Oberd. 1948. Using the altitude of 500 m as a border we can discern two subzones in the mountain, the Oleo-Ceratonion Br.-Bl. 1936 in the lower parts and Quercion ilicis Br.-Bl. ex Br.-Bl. 1936 em. Riv.-Mart. 1974 in the upper parts. The limits of the above mentioned subzones can be different, depending on microclimatic conditions that prevail in certain parts of the mountain while between these two subzones there are intermediate types of vegetation.The soil in the schistose areas of the mountain contains high percentages of sand that exceed 60%. On the contrary its pH may vary (from acid to alkaline). The soil in the areas of the mountain with marbles has in any case alkaline pH, but it differs in the mechanical composition. In the “lower marble” of the central parts of the mountain, the soil contains high percentages of sand while in other cases such as in the “upper marble” in the western and eastern parts, the soil is heavy clay-loamy (CL).The first vegetation entity we find starting from the lower parts of the mountain comprises vegetation units that develop in the Oleo-Ceratonion subzone in areas with geological substrate the marbles. They stretch mainly from 50-500 m. The main plant community we discern here is Quercus coccifera-Olea europaea subsp. oleaster comm. Because of its strong floristic affinity this community could be considered as a degraded form of the association Oleo europaeae-Pistacietum lentisci Krause, Ludwig & Seidel 1963 and more specifically of the subassociation cocciferetosum Barbero & Quézel 1976. In places with deeper soils we observe facies of this community with Cistus monspeliensis L. In the same entity we find locally sparse formations with Juniperus539phoenicea L., mainly in patches of vegetation that have not been influenced repeatedly by fires.The second vegetation entity we discern comprises vegetation units in the lower and moderate altitudes of the mountain with geological substrate the schists. These formations cover mainly the schistose areas of southern Pendelikon. The dominant community is Quercus coccifera-Genista acanthoclada subsp. acanthoclada. Very common are the facies of this formation with Pinus halepensis. Less common are the facies of these formations with Sarcopoterium spinosum and Erica manipuliflora.One of the most important differences between areas with marbles and schists in the lower and moderate altitudes of the mountain concerns the characteristic phryganic taxa. However the differences can not be attributed to the type of the bedrock but to the factor “soil depth” as the areas with marbles are generally more eroded and rocky. Differences also exist in the herb layer in areas with these two types of rocks. These differences can be attributed to the different mechanical composition of the soils we encounter in these two types of rocks. In general the flora of the examined areas with marbles is the richest. On the contrary, the flora of the schistose areas is monotonous composed in most cases with common species with less phytogeographical interest.The Arbutus unedo-Erica arborea community is developed in the northern schistose parts of the mountain. As characteristic species of these formations we can consider Arbutus andrachne L., Quercus ilex L. and Cotinus coggygria Scop., as these taxa differentiate them from relative ones that develop also on schist and in the same altitudinal range in southern Pendelikon. This vegetation unit as the ones that follow develop on the zone of Quercion ilicis.The next vegetation entity comprises vegetation units in the central parts of Pendelikon, in the meso-mediterranean zone (500-850 m) in areas with geological substrate the marbles. The dominant community here is Quercus coccifera comm. and its facies with Pinus halepensis.The most important community we discern in the upper parts of the mountain is the Quercus coccifera-Juniperus oxycedrus subsp. oxycedrus comm. It occupies a relative small area around the summit Pirgari, mainly above (850-) 900 m. Of special interest is the herb layer which comprises many taxa characteristic of the upper parts of the540mountain. Some of them are representative of the class Quercetea pubescentis, a fact that reflects the transition to the colder and wetter bioclimatic conditions of this area.The second important community of the upper parts of the mountain is the Quercus ilex-Ostrya carpinifolia comm. which occupies a small area on steep slopes north of the Pirgari summit. It extends from (850-) 900 to 1050 m. It is developed on marbles and adjacent schists. It is developed in the wetter and cooler conditions than any other community in the mountain. It is the only mixed evergreen hard-leaved – deciduous formation in the mountain. Syntaxonomically it belongs to the alliance Quercion ilicis but it is also influenced by elements of the Ostryo-Carpinion Horvat 1959 subzone.In the whole investigated area except from the upper parts around the Pirgari summit, we find Pinus halepensis forests. In these cases the coverage of the species exceeds 90%. Their floristic composition is determined by the original type of vegetation on which Pinus halepensis is developed. We can consider these forests as facies of the plant communities of the mountain where the intense shade and competition by the dominant species reduces remarkably the original number of species and the coverage of those which continue to participate in these dense forest formations. After the destructive fire of 2009 the most extensive and dense forests of Pinus halepensis exist in the NW parts of the main mountain mass.The chasmophytic vegetation is prominent mainly on the northern parts of the mountain. There are taxa such as Campanula celsii A. DC. subsp. celsii and Inula methanaea Hausskn. that have high constancy and fidelity in these particular habitats in all the altitudinal range of the investigated area.The most important vegetation units that develop in the streams of the mountain is the community Platanus orientalis and the association Equiseto telmateiae-Platanetum orientalis Bergmeier 1990. These vegetation units are classified in the class Populetea albae Br.-Bl. 1962. The community Nerium oleander ssp. oleander comm. that occupies Kimpitougios streambanks between Rapendosa dam and Vrana belong to the class Nerio-Tamaricetea Br.-Bl. & O. de Bolós 1958.Summarizing, in the natural ecosystems of the mountain we discern 8 vegetation entities that belong to 5 classes. We recognized one association, 14 communities and541several facies of them. Some of them are recognized for the first time and are of special interest such as Quercus ilex-Ostrya carpinifolia comm.
περισσότερα
Κατεβάστε τη διατριβή σε μορφή PDF (8.57 MB)
(Η υπηρεσία είναι διαθέσιμη μετά από δωρεάν εγγραφή)
|
Όλα τα τεκμήρια στο ΕΑΔΔ προστατεύονται από πνευματικά δικαιώματα.
|
Στατιστικά χρήσης
ΠΡΟΒΟΛΕΣ
Αφορά στις μοναδικές επισκέψεις της διδακτορικής διατριβής για την χρονική περίοδο 07/2018 - 07/2023.
Πηγή: Google Analytics.
Πηγή: Google Analytics.
ΞΕΦΥΛΛΙΣΜΑΤΑ
Αφορά στο άνοιγμα του online αναγνώστη για την χρονική περίοδο 07/2018 - 07/2023.
Πηγή: Google Analytics.
Πηγή: Google Analytics.
ΜΕΤΑΦΟΡΤΩΣΕΙΣ
Αφορά στο σύνολο των μεταφορτώσων του αρχείου της διδακτορικής διατριβής.
Πηγή: Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών.
Πηγή: Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών.
ΧΡΗΣΤΕΣ
Αφορά στους συνδεδεμένους στο σύστημα χρήστες οι οποίοι έχουν αλληλεπιδράσει με τη διδακτορική διατριβή. Ως επί το πλείστον, αφορά τις μεταφορτώσεις.
Πηγή: Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών.
Πηγή: Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών.
Σχετικές εγγραφές (με βάση τις επισκέψεις των χρηστών)
λιγότερα
περισσότερα