Περίληψη
Φιλοσοφία σημαίνει ταύτιση του ανθρώπου με τον κόσμο και τα όντα για να σωθούν ο κόσμος και τα όντα. Γι’ αυτό η περίληψη μίας φιλοσοφικής εργασίας δεν μπορεί παρά να είναι και αυτή μία συνέχεια της αέναης κίνησης του πνεύματος προς τις πηγές της γνώσης και της αλήθειας που δεν αφήνουν τον άνθρωπο να κοιμάται και να νυστάζει έως ότου ....Η επιστήμη ασχολείται με το μέρος ακόμη και όταν επιδιώκει την ενοποίηση της γνώσης και της θεωρίας όπως η μετά τον Αϊνστάιν προσπάθεια ενοποίησης της φυσικής θεωρίας και δημιουργίας της θεωρίας των πάντων (superstrings κλπ). Η φιλοσοφία εκ της φύσεώς της δεν δεσμεύεται ούτε προκαταλαμβάνεται από τίποτε άλλο, ακόμη ούτε από την επιστήμη ούτε και από την θρησκεία ή την ιδεολογία. Γι΄ αυτό η φιλοσοφία είναι η κατ’ εξοχήν μαρτυρία του πνεύματος για το όλον ως όλου και πριν αυτό ταυτοποιηθεί ως μέρος έστω και ασυνείδητα.Όμως και η γνήσια επιστήμη συνιστά γνήσια φιλοσοφία καθώς και η γνήσια φιλοσοφία καθίσταται η όντως επιστήμη δηλαδή καύσις του ανθρώπου και ...
Φιλοσοφία σημαίνει ταύτιση του ανθρώπου με τον κόσμο και τα όντα για να σωθούν ο κόσμος και τα όντα. Γι’ αυτό η περίληψη μίας φιλοσοφικής εργασίας δεν μπορεί παρά να είναι και αυτή μία συνέχεια της αέναης κίνησης του πνεύματος προς τις πηγές της γνώσης και της αλήθειας που δεν αφήνουν τον άνθρωπο να κοιμάται και να νυστάζει έως ότου ....Η επιστήμη ασχολείται με το μέρος ακόμη και όταν επιδιώκει την ενοποίηση της γνώσης και της θεωρίας όπως η μετά τον Αϊνστάιν προσπάθεια ενοποίησης της φυσικής θεωρίας και δημιουργίας της θεωρίας των πάντων (superstrings κλπ). Η φιλοσοφία εκ της φύσεώς της δεν δεσμεύεται ούτε προκαταλαμβάνεται από τίποτε άλλο, ακόμη ούτε από την επιστήμη ούτε και από την θρησκεία ή την ιδεολογία. Γι΄ αυτό η φιλοσοφία είναι η κατ’ εξοχήν μαρτυρία του πνεύματος για το όλον ως όλου και πριν αυτό ταυτοποιηθεί ως μέρος έστω και ασυνείδητα.Όμως και η γνήσια επιστήμη συνιστά γνήσια φιλοσοφία καθώς και η γνήσια φιλοσοφία καθίσταται η όντως επιστήμη δηλαδή καύσις του ανθρώπου και του πνεύματός του χάριν της αλήθειας. Ο επιστήμονας και η επιστήμη δεν είναι υπηρέτης της τεχνικής ή της τεχνολογίας αλλά ιερουργός του πνεύματος και της θεωρητικής ταύτισής του με την αλήθεια του αισθητού και ορατού κόσμου.Ομοίως ο φιλόσοφος ως κατεξοχήν επιστήμων δεν είναι υπηρέτης ουδεμίας ιδεολογίας, θρησκείας με ή χωρίς θεό, ουδεμίας συνειδητής ή ασυνείδητης προκατάληψης του πνεύματος. Αντίθετα ο αληθινός φιλόσοφος καθίσταται όλος οφθαλμός, όλος ακοή, όλος γεύση, όλος αίσθηση, όλος κραυγή, όλος άνοιγμα,όλος σιωπή και όλος λόγος, όλος φως και όλος σκότος και γνόφος προκειμένου να καταστήσει τον εαυτό του τόπο αλήθειας και σωτηρίας του κόσμου. Η επιστήμη αναζητά μέσα από το πείραμα και τη θεωρία την αλήθεια της φύσεως.Και σαφώς προσκρούει στην εμπειρία του μυστηρίου όπως μαρτυρούσε ο Αϊνστάιν και όχι μόνο. Ότι δηλαδή ο μη γευθείς της εμπειρίας του μυστηρίου δεν είναι αλήθεια και επιστήμων ή τουλάχιστον επιστήμων πρώτης γραμμής, δηλαδή δεν ελευθερώνεται από τον μεταπραττισμό της γνώσης. Ομοίως ο φιλόσοφος που δεν έχει πυρποληθεί και δεν πυρπολείται διαρκώς από τον έρωτα του παντός και της αλησμόνητης, ανυπέρβλητης και ακούραστης οντολογίας και γνωσιολογίας δεν είναι αληθινός φιλόσοφος, τουλάχιστον φιλόσοφος πρώτης γραμμής και όχι απλώς μεταπράττης φιλόσοφος. Εάν ο κόσμος σήμερα όσο ποτέ άλλοτε έχει περιέλθει σε ρόγχο θανάτου, τότε η σύμπραξη του αληθινού επιστήμονα και του αληθινού φιλόσοφου μπορεί να σώσει τον κόσμο και τα όντα από τον αφανισμό τους από την περιοχή του είναι. Ο Μαρξ διακήρυττε πως οι φιλόσοφοι θέλουν να περιγράψουν ή να κατανοήσουν τον κόσμο αλλά εμείς θέλουμε να αλλάξουμε τον κόσμο. Όμως ο Μαρξ δεν ήταν πολύ συνεπής στη διακήρυξή του διότι δεν μπορούσε να υποψιαστεί πως αληθινή αλλαγή του κόσμου σημαίνει και υποδηλώνει το να σωθεί ο κόσμος. Το πλατωνικό σώζειν τα φαινόμενα πρέπει να εκληφθεί κατά κυριολεκτικό τρόπο και της λέξης «σώζειν» και της λέξης«φαινόμενα». Δηλαδή μη υποταγής τους στον αντίποδα του νοήματός τους, που δεν είναι άλλο από την ιδεοληπτική, χρησιμοθηρική και ιδεοκρατική αδιαφορία προς τα «φαινόμενα όντα» ή ακόμη χειρότερα ενεργό συμμετοχή στον αφανισμό και τη λήθη των φαινομένων όντων από την περιοχή του είναι. Ούτε ο Χάιντεγκερούτε ο Σαρτρ είχαν την τόλμη ή το θάρρος να υπερβούν το μηδέν και το θάνατο χάριν των όντων και των φαινομένων [214, 203]. Δηλαδή να καταστήσουν το χρόνο συμπαγή χωρίς ρωγμές και καταβόθρες που αφανίζουν τα όντα προς την περιοχή του μη είναι, αφήνοντας το μηδέν, τη φθορά και το θάνατο-αφανισμό να κυριαρχήσουν της οντολογίας και της γνωσιολογίας. Μολονότι βεβαίως και οι δύο εργάστηκαν για να καταστήσουν σαφές την ουσιώδη ανάγκη της οντολογίας και της γνωσιολογίας. Διότι όταν ο άνθρωπος πάψει να μεριμνά περί του κόσμου,των όντων και των φαινομένων τότε θα επέλθει το τέλος και ο θάνατος του κόσμου αλλά κυρίως ο θάνατος του ανθρώπου ως του σωτήρα του κόσμου. Από την άποψη αυτή η φιλοσοφία, όπως και ο σαφής και ανύστακτος διάλογος φιλοσοφίας και ή επιστήμης ή πολύ πιο πέρα ο διάλογος του ανθρώπου και των όντων ως της κατεξοχήν φιλοσοφίας είναι η μέγιστη ανάγκη κάθε εποχής αλλά ιδίως της παρούσας, που ο άνθρωπος, η φιλοσοφία, η τέχνη, η επιστήμη ή και η τεχνολογία σιωπούν και αποφεύγουν να συναντηθούν [132-169, 173-179, 263-283,318-369].Βασικός στόχος της εργασίας αυτής είναι να θέσει εξ αρχής και σε νέα βάση,δηλαδή την μία και παντοτινή βάση, το ζήτημα του ανθρώπου ως ζήτημα γνωσιολογίας και οντολογίας με την ευρύτερη δυνατή έννοια των όρων αυτών.Δηλαδή με την έννοια της αδιάκοπης μέριμνας του ανθρώπου περί των όντων. Η ταπεινή πράγματι γνώμη του γράφοντος είναι πως η νεότερη φιλοσοφία αχρήστευσε σε μεγάλο βαθμό τον εαυτό της, προσπαθώντας να εναρμονιστεί με την θετική επιστήμη, η οποία ουσιαστικά προήλθε από την φιλοσοφία, ως την γιγαντομαχία περί την ουσία, που εγκαινιάζει επίσημα τον εαυτό της με τούς προσωκρατικούς, αλλά ήδη από τον ποιητικό και μυθικό λόγο έχει αρχίσει να εισβάλει στο ανθρώπινο πνεύμα. Ο Βέρνερ Χάϊζενμπεργκ, ένας από τούς βασικούς εμπνευστές από τα νεανικά και φοιτητικά χρόνια του γράφοντος,έγραφε με νόημα ότι ο επιστήμονας που λέγει πώς δεν χρειάζεται την φιλοσοφία,αυτός είναι που ακολουθεί μία κακή φιλοσοφία. Η επιστήμη δεν δύναται ποτέ να υποκαταστήσει την φιλοσοφία ούτε κατ’ ελάχιστον διότι η αληθινή φιλοσοφία είναι το έδαφος στο οποίο φύεται και αναπτύσσεται η γνήσια και πρωτοποριακή επιστημονική σκέψη. Η φιλοσοφία δεν είναι απλά η εκμάθηση των φιλοσοφικών δημιουργιών του παρελθόντος αλλά η διαρκής πυρπόλυση του ανθρώπινου πνεύματος με τα μέγιστα των ερωτημάτων, που ερωτώμενα απαντώνται και απαντούμενα ξανά ερωτώνται. Όπως το αεροπλάνο ενώ κτίζεται και περιέχει τις τελευταίες επιστημονικές και τεχνολογικές γνώσεις, όμως αδυνατεί να ταξιδέψει χωρίς τον αεροπόρο κυβερνήτη του έτσι και η ανθρώπινη επιστημονική και τεχνολογική γνώση αδυνατούν να ταξιδέψουν χωρίς την αληθινή φιλοσοφία.Σήμερα είμαστε προνομιούχοι κατά έναν τρόπο διότι μπορούμε να αγναντέψουμε την ανθρώπινη οδοιπορία προς την γνώση και την αλήθεια από ένα πράγματι υψηλό σημείο που έχουμε οδηγηθεί μέσα από την επιστήμη και την τεχνολογία.Όμως για να αγναντέψουμε πρέπει να έχουμε μάτια και να είμαστε όρθιοι με ζωντανό σώμα. Αυτό είναι η φιλοσοφία. Είναι το ζωντανό σώμα και τα μάτια,αλλά και η καρδιά, για να δούμε τι μας έχει παραδοθεί και πού αληθινά έχουμε φτάσει και πού ευρισκόμεθα. Σήμερα το ανθρώπινο πνεύμα έχει σμικρυνθεί και έχει ατονήσει μολονότι η επιστημονική γνώση και η τεχνική έχουν προοδεύσει σε αφάνταστο βαθμό. Σήμερα ο άνθρωπος και η ανθρωπότητα μοιάζουν με ένα γίγαντα που έχει αποκτήσει τεράστιες διαστάσεις και που συγχρόνως καταρρέει από το ίδιο το βάρος που απέκτησε, από το βάρος τού εαυτού του. Η φιλοσοφία,εάν πράγματι δεν αποποιείται τον εαυτό της ως Φιλία και Έρως Σοφίας, είναι το πλέον αναγκαίο επάγγελμα του σημερινού ανθρώπου σε ολόκληρο τον πλανήτη.Οι άνδρες και οι γυναίκες που επαγγέλλονται την φιλοσοφία καλούνται όσο ποτέ άλλοτε να σώσουν τον κόσμο και τον άνθρωπο από τα ίδια τα επιτεύγματά του,από τον ίδιο τον εαυτό του. Σήμερα όσο ποτέ άλλοτε οφείλει η φιλοσοφία και οι φιλόσοφοι άνδρες και γυναίκες να εφαρμόσουν το ρητό ...μην πετάξεις τίποτε...Σήμερα η φιλοσοφία καλείται να συλλέξει την ιστορία του ανθρώπου και την ιστορία του πνεύματος, όχι μόνο τού ελληνικού αλλά και του ασιατικού, του γερμανικού του γαλλικού, του αγγλοσαξονικού, του αμερικανικού, του σλαβικού και ρωσικού, αραβικού η όποιου άλλου, αλλά πρωτίστως του Όλου Πνεύματος και να δείξει τον δρόμο του ανθρώπου ως ανθρώπου. Είναι σαφές πλέον πως όλη η εποποιία του ανθρωπίνου πνεύματος τις τελευταίες χιλιετηρίδες και κυρίως τους τελευταίους αιώνες κατέληξε σε δύο τρόπους: τον τρόπο της φύσης και τον τρόπο του προσώπου. Ο ελληνικός κόσμος στην αρχαία και κυρίως στη χριστιανική του περίοδο θα οριοθετήσει το δεύτερο τρόπο, τον τρόπο του προσώπου. Μεγάλοι ιστορικοί πολιτισμοί όπως ο ασιατικός ή ο νεότερος δυτικός θα εγκλωβιστούν κυρίως στον τρόπο της φύσης που περιέχει κυριαρχικά και εξουσιαστικά το πρόσωπο. Ο Ντοστογιέφσκι έχοντας πλήρη συνείδηση των δύο αυτών τρόπων θα γράψει στο μικρό δοκίμιό του «Η απόφαση»: «…. Πραγματικά με ποιο δικαίωμα μ’ έφερε η φύση σε τούτο τον κόσμο, σύμφωνα με αιώνιους νόμους, που τους θέλει δικούς της; Γεννήθηκα με συνείδηση και έχω συνείδηση αυτής της φύσης. Με ποιο λοιπόν δικαίωμα μ’ έφερε στον κόσμο, χωρίς τη θέλησή μου εμένα που έχω συνείδηση; …. Το να τρως, να πίνεις και να κοιμάσαι στην ανθρώπινη γλώσσα σημαίνει να είσαι πλούσιος και να αρπάζεις και το να φτιάχνει κανένας τη φωλιά του σημαίνει κατ’ εξοχήν να λεηλατεί…. Και αν όλα αυτά ήταν αναγκαίο να γίνουν σύμφωνα με κάποιο παντοδύναμο, αιώνιο και σταθερό φυσικό νόμο και τότε πιστέψτε με, υπάρχει στο σημείο αυτό ένα είδος βαθειάς περιφρόνησης προς το ανθρώπινο είδος, η οποία εμένα με προσβάλλει βαθειά και επί πλέον μου είναι ανυπόφορη επειδή κανένας δεν είναι ένοχος…». Είναι περισσότερο από σαφές πως η φύση ως φύση που δεν έχει ανάγκη το πρόσωπο είναι συμβόλαιο με το θάνατο της ελευθερίας σε κάθε επίπεδο. Από την άλλη μεριά η έρευνα για το πρόσωπο είναι η μεγαλύτερη ένδειξη κοσμο μέριμνας που θα μπορούσε ο ελληνικός κόσμος να δώσει ως δώρο στην ιστορία του ανθρώπου[16-20, 127-129, 132-168, 180-199, 200-207].Ο Αϊνστάιν δεν δεχόταν την κβαντική θεωρία επειδή αυτή μιλούσε για πιθανότητες και στατιστικές και όχι για πραγματικότητα και οντότητα. Ήταν οίδιος αδιόρθωτος και αμετανόητος οντολόγος και όχι απλά επιστημολόγος. Όμως αυτό που οι επιστήμονες της κβαντικής φυσικής και όλης της νεότερης φυσικής της πολυπλοκότητας έβλεπαν και βλέπουν μπροστά στα μάτια τους είναι μία φυσικά αναίτια πραγματικότητα. Ότι δηλαδή, δεν υφίστανται φυσικά αίτια για την φυσική πραγματικότητα. Ο Αϊνστάιν είχε αποδεχτεί μέσα του με ένα μυστικιστικό βίωμα την θεωρία τού Σπινόζα για μία ενιαία, γεωμετρική, άχρονη και αιώνια πραγματικότητα που από επάνω ήταν δημιουργούμενη και από κάτω δημιουργούσα. Σήμερα οι επιστήμονες και πολλοί εκ των φιλοσόφων αρκούνται στην διαπίστωση πώς όλα είναι φύση και μάλιστα απρόσωπος φύση. Αυτό είναι μία προέκταση της αϊνστάνειας και σπινοζικής θεωρίας. Όλη η νεότερη φιλοσοφία κατ’ ουσίαν κάνει γύρους προσδεδεμένη σε ένα σταθερό κέντρο που θα το χαρακτηρίζαμε ως ουσιοκρατία και υποκειμενισμό. Δηλαδή κάποια ουσία υφίσταται ανεξήγητα και αναίτια και κάποιος μετασχηματισμός της σε μορφές διάφορες. Όλο αυτό το ζήτημα είναι η δυτική εκδοχή και ερμηνεία του προβλήματος που ετέθη από τους προσωκρατικούς περί του είναι και του γίγνεσθαι. Με την κβαντική φυσική και την επιστήμη της πολυπλοκότητας αυτό το πλαίσιο καταρρέει και αρχίζει να διαφαίνεται μία άλλη πραγματικότητα.Συγκεκριμένα η επιστήμη αρχίζει σοβαρά πλέον να δέχεται πώς η φυσική πραγματικότητα πηγάζει από το μηδέν και το τίποτε με έναν κατ’ ουσίαν ανεξήγητο τρόπο. Η νεότερη θετικιστική και αναλυτική φιλοσοφία από τους πρώτους εμπειριστές στοχαστές, Λόκ, Μπέρκλεϋ, Χιούμ και ιδίως η νέο-θετικιστική σχολή της Βιέννης, Σλίκ, Βιτγκεστάιν, Κάρναπ, Πόπερ και η αναλυτική γλωσσική φιλοσοφία θα προσπαθήσουν να αξιοποιήσουν την επιστημονική γνώση και να αποφύγουν την ουσιοκρατία και την μεταφυσική σε όποια εκδοχή των και να μείνουν κοντά στα γεγονότα [99, 104-105, 131]. Βέβαια η μεταφυσική είναι έτοιμη πάντα να εισέλθει ακόμη και κεκλεισμένων των θυρών.Διότι το ανθρώπινο πνεύμα δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς προτέρα ύλη, είτε αισθητή είτε νοητή. Ο Μπόλτζμαν με την στατιστική φυσική θεωρία του θα εγκαινιάσει μία νέα εποχή στην επιστημονική σκέψη, αυτήν που ο Πόπερ θα ονομάσει πολύ πετυχημένα οντολογική πιθανοκρατία, χωρίς όμως ο ίδιος να απαλλαχθεί από την μεταφυσική και την ουσιοκρατία, εισηγούμενος διάφορα επίπεδα της πραγματικότητας. Ο Ι. Πριγκοζίν θα μιλήσει πιο σαφώς ερμηνεύοντας τον Μπόλτζμαν πως η πραγματικότητα δημιουργείται διαρκώς και αναδύεται ως μία οντολογική καινοφάνεια, ακόμη δε και οι φυσικοί νόμοι δεν προϋπάρχουν αλλά δημιουργούνται και αυτοί. Τα φυσικά γεγονότα παράγονται μέσα σε ένα πεδίο πληροφορίας που και αυτό με την σειρά του δεν προϋπάρχει [26, 31, 33, 103,108]. Η σύγχρονη φυσική θεωρία μας βάζει μπροστά στην πλέον καινοφανή,τουλάχιστον για την δυτική σκέψη, δεδομένα. Ότι δηλαδή η πραγματικότητα δημιουργείται από το τίποτα σε όλα της τα επίπεδα, φυσικές, νοητικές,γλωσσικές, μαθηματικές, κοινωνικές και όποιες άλλες μορφές και μάλιστα οντολογικώς και φυσικώς αναίτια. Δεν υπάρχει φυσική αιτία για τα πράγματα και τα όντα. Επιπλέον κάθε μεταφυσική ερμηνεία και αιτιολόγηση είναι αυθαίρετη και υποκειμενική. Αυτό συμφωνεί πολύ καλά με το βαθύτερο νόημα των θεωρημάτων του Γκέντελ, πώς δηλαδή κάθε μεταφυσική ερμηνεία πάσχει από συνέπεια και πληρότητα. Ο κόσμος και τα όντα αιωρούνται κυριολεκτικά πάνω από την άβυσσο, αν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε μία μεταφορά και εικόνα,του μηδενός [24, 40, 44, 50, 64, 72, 92, 108, 113].Αυτή η κατάσταση πραγμάτων, που δημιουργείται από την σύγχρονη φυσική θεωρία, δεν αποδυναμώνει ουδόλως την γνωσιολογία, την οντολογία και την ανθρωπολογία. Απλά μηδενίζει και αποδυναμώνει ή αποκλείει την κλειστή γνωσιολογία, την κλειστή οντολογία και την κλειστή ανθρωπολογία. Επίσης η σύγχρονη φυσική θεωρία δείχνει τον μυθολογικό χαρακτήρα οντολογιών και κοσμολογιών τύπου πλωτινικού και νεοπλατωνικού, όπως η θεωρία των απορροών ή εξελικτικών οντολογιών, διαφόρων αποχρώσεων, διαλεκτικώνιδεοκρατικών, διαλεκτικών υλοκρατικών, που κοινός των παρονομαστής είναι η κλειστότητα και ο υποκειμενισμός. Η σύγχρονη φυσική θεωρία εναρμονίζεται μόνον με ανοικτές μορφές γνωσιολογίας, οντολογίας και ανθρωπολογίας.Δηλαδή η σύγχρονη φυσική θεωρία, μολονότι δεν αλλάζει η ίδια τον χαρακτήρα της και δεν υποκαθιστά την φιλοσοφία, πάντως δείχνει την ανοικτότητα σε όλες της τις μορφές. Και ανοικτότητα σημαίνει ανοικτότητα χωρίς ουδένα περιορισμό.Διότι κλειστότητα σημαίνει περιορισμός, όρια, αρχές. Δηλαδή κλειστότητα σημαίνει μεταφυσική, ουσιοκρατία, υποκειμενισμός, απριορισμός, υπερβατισμός αλλά και σχετικισμός ή χρησιμοθηρισμός και πραγματισμός, δηλαδή εργαλειοθεωρία. Στην αρχαία Ελλάδα, από τον Όμηρο μέχρι τους Προσωκρατικούς και τους Αθηναίους φιλοσόφους έχουμε την απαρχή του φιλοσοφικού λόγου χωρίς αυτός ακόμη να έχει πάρει κλειστές μορφές, όπως θα συμβεί αργότερα στους ελληνιστικούς και τους ρωμαϊκούς χρόνους, όπου εισάγεται βαθμιαία ο φιλοσοφικός θετικισμός εμπειριστικός ή μεταφυσικός καθώς και η εργαλειακή αντίληψη της φιλοσοφίας σε οιαδήποτε εκδοχή της [133,136, 170, 173. 175, 180, 182, 185, 191, 193]. Αυτή η μετάβαση της φιλοσοφικής σκέψης σε κλειστές, ουσιοκρατικές και υποκειμενιστικές μορφές θα συνεχιστεί ακόμη χειρότερα τόσο στην σχολαστική φιλοσοφία και θεολογία αλλά και στην νεότερη εποχή της μεταμεσαιωνικής φιλοσοφίας. Ανοικτή φιλοσοφία ως ανοικτή γνωσιολογία, ανοικτή οντολογία και ανοικτή ανθρωπολογία σημαίνει κατ’ ουσίαν πάθος και μέριμνα για τα όντα ως όντα. Ο Σωκράτης θα εγκαινιάσει αυτού τού είδους την φιλοσοφία, την οποία ο Πλάτωνας θα περιγράψει ως έρωτα του Αγαθού, αλλά πολύ περισσότερο το άνοιγμα της φιλοσοφίας θα λάβει αληθινές διαστάσεις στην υγιή ασκητική γνωσιολογία του Βυζαντινού ελληνισμού, όπου ο άνθρωπος ασκείται στην απόκτηση της τελείας αγάπης για τα όντα πέραν οιουδήποτε χρησιμοθηρισμού, μεταφυσικού, θεολογικού, γνωσιολογικού ή ό,τι άλλου. Μέριμνα για τα όντα ως όντα σημαίνει απολύτως ανιδιοτελής αγάπη και ανιδιοτελές πάθος για τα όντα. Η ανοικτή φιλοσοφία ως ασκητική τέχνη του Καινοτομείν τα ονόματα και ως ασκητική τέχνη της τελείας αγάπης ταυτόσημης με την τελεία ελευθερία, δεν είναι άλλο από τον Αγοραίο Έρωτα που θέλει να συναντήσει τα όντα στην δική των περιοχή. Δηλαδή να συναντήσει τα όντα στην δική των πλούσια περιοχή των όντων και όχι στον οντολογικό και μεταφυσικό μηδενισμό των όντων. Η τελεία Ελευθερία ως τελεία και απεριόριστος Αγάπη, δεν μπορεί να είναι άλλο από την ανοικτή φιλοσοφία, δηλαδή την συνάντηση των όντων στην περιοχή της πόλης και τού Αγοραίου Έρωτος, του απολύτως Ανιδιοτελούς
περισσότερα