Περίληψη
Σκοπός αυτής της διατριβής είναι η διεξοδική διερεύνηση και ερμηνεία της λογοτεχνικής επιφάνειας στο ποιητικό έργο του Ανδρέα Εμπειρίκου, ενταγμένης στο πλαίσιο της υπερρεαλιστικής του ποιητικής. Με τον όρο επιφάνεια εννοούμε τη στιγμή εκείνη κατά την οποία το κειμενικό υποκείμενο –και μέσω αυτού και ο αναγνώστης– αποκτά ξαφνικά μια νέα, ενορατική αντίληψη της πραγματικότητας, συνοδευόμενη από την αίσθηση της υπέρβασης του χώρου και του χρόνου, της κατάλυσης των ορίων τους και της συμφιλίωσης των αντιθέτων. Η διατριβή χωρίζεται σε τρία μέρη. Στο πρώτο μέρος ορίζεται και οριοθετείται η έννοια της λογοτεχνικής επιφάνειας, παρουσιάζονται τα χαρακτηριστικά της και γίνεται μια σύντομη επισκόπηση, στην οποία συνδέεται η επιφάνεια του James Joyce με τη «στιγμή» των Άγγλων και Γερμανών ρομαντικών ποιητών. Έπειτα, παρουσιάζεται το ιστορικό της υπόβαθρο, με αναφορές στην αρχαιοελληνική και στην εβραϊκή-χριστιανική παράδοση της θείας αποκάλυψης, και προσεγγίζεται η έννοια θεωρητικά. Ακολουθεί η π ...
Σκοπός αυτής της διατριβής είναι η διεξοδική διερεύνηση και ερμηνεία της λογοτεχνικής επιφάνειας στο ποιητικό έργο του Ανδρέα Εμπειρίκου, ενταγμένης στο πλαίσιο της υπερρεαλιστικής του ποιητικής. Με τον όρο επιφάνεια εννοούμε τη στιγμή εκείνη κατά την οποία το κειμενικό υποκείμενο –και μέσω αυτού και ο αναγνώστης– αποκτά ξαφνικά μια νέα, ενορατική αντίληψη της πραγματικότητας, συνοδευόμενη από την αίσθηση της υπέρβασης του χώρου και του χρόνου, της κατάλυσης των ορίων τους και της συμφιλίωσης των αντιθέτων. Η διατριβή χωρίζεται σε τρία μέρη. Στο πρώτο μέρος ορίζεται και οριοθετείται η έννοια της λογοτεχνικής επιφάνειας, παρουσιάζονται τα χαρακτηριστικά της και γίνεται μια σύντομη επισκόπηση, στην οποία συνδέεται η επιφάνεια του James Joyce με τη «στιγμή» των Άγγλων και Γερμανών ρομαντικών ποιητών. Έπειτα, παρουσιάζεται το ιστορικό της υπόβαθρο, με αναφορές στην αρχαιοελληνική και στην εβραϊκή-χριστιανική παράδοση της θείας αποκάλυψης, και προσεγγίζεται η έννοια θεωρητικά. Ακολουθεί η παρουσίαση των κριτηρίων και της τυπολογίας της, όπως έχουν προσδιοριστεί από τους σύγχρονους θεωρητικούς της επιφάνειας. Συνδυάζοντας τις ειδολογικές τους κατηγοριοποιήσεις με τρεις νέους τυπολογικούς όρους, που προέκυψαν από τη μελέτη του έργου του Εμπειρίκου, προτείνεται ένα τυπολογικό σχήμα. Το πρώτο μέρος κλείνει με την ένταξη της επιφάνειας στο πλαίσιο της «ψυχολογικής συγγένειας» που συνδέει τον υπερρεαλισμό με τον ρομαντισμό, σύμφωνα με τη διατύπωση του ίδιου του Εμπειρίκου. Μέσα σε αυτό το πλέγμα υποστηρίζεται ότι η υπερρεαλιστική επιφάνεια κατάγεται από την αντίστοιχη ρομαντική, έχοντας όμως τον δικό της ιδιαίτερο χαρακτήρα. Στο δεύτερο μέρος παρουσιάζεται η τυπολογία της επιφάνειας στον ποιητικό υπερρεαλιστικό λόγο του Εμπειρίκου, ενώ παράλληλα ερμηνεύονται πολλά κείμενά του (ένστιχα και πεζά ποιήματα, ποιητικά αφηγήματα, διηγήματα), με σκοπό να αποδειχθεί ότι η επιφάνεια λαμβάνει στο έργο του τόσο σημαντική θέση, ώστε αποκτά τις διαστάσεις μιας κυρίαρχης ποιητικής, της ποιητικής της επιφάνειας. Με βάση το τυπολογικό σχήμα του πρώτου μέρους παρουσιάζονται και αναλύονται πρώτα οι "επιφάνειες του Είναι" ("άδηλες επιφάνειες", "προληπτικές επιφάνειες", "οραματικές επιφάνειες" και "προορατικές επιφάνειες") και ακολούθως οι "πλαισιογενείς επιφάνειες". Το δεύτερο μέρος κλείνει με μια ξεχωριστή περίπτωση, την ερμηνεία μιας επιφάνειας και μετα-επιφάνειας, μέσω της οποίας ο Εμπειρίκος δικαιώνει ποιητικά την εν δυνάμει οραματική ποίηση του Κώστα Καρυωτάκη. Το τρίτο μέρος αναφέρεται στη σημασία και λειτουργία της επιφάνειας στο ποιητικό έργο του Εμπειρίκου. Συγκεκριμένα, διερευνάται η σχέση της αφενός με τις έννοιες-κλειδιά του υπερρεαλισμού, τον έρωτα, το θαυμαστό, το αντικειμενικό τυχαίο, το ποίημα-γεγονός, το όνειρο, τον μύθο, το μαύρο χιούμορ, την παρανοϊκο-κριτική μέθοδο του Dali και αφετέρου με τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ίδιας της λογοτεχνικής επιφάνειας ως διυποκειμενικής εμπειρίας, το ωραίο και το υψηλό, τα οποία συνδέονται αντίστοιχα με τη σπασμωδική ομορφιά και την υπερπραγματικότητα. Έτσι, συνάγεται το συμπέρασμα ότι η επιφάνεια αποτελεί προνομιακό μέσο της εμπειρίκειας υπερρεαλιστικής ποιητικής, παρέχοντας, έστω και στιγμιαία, με τη διαμεσολάβηση του κειμένου, την πρόσβαση στην υπερπραγματικότητα.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The aim of this thesis is to trace the typology and examine the significance and function of literary epiphany in the surrealist poetic work of Andreas Embiricos (1901-1975). We use the term epiphany, which is associated with James Joyce’s early aesthetic and related to the romantic moment of intuition and illumination, to denote the moment of a new, sudden, unexpected, intuitive perception of reality by the textual subject –and consequently the reader–, accompanied by a sense of transcendence of place and time, the abolishment of their limits and a reconciliation of the contraries. The dissertation consists of three parts. The first part examines the concept of literary epiphany. It discusses the various attributes attached to epiphany from modernism to romanticism, presents its historical background, with references to the ancient Greek and Judeo-Christian tradition of divine revelation, and its theoretical basis, which involves the social and spiritual environment that gave birth t ...
The aim of this thesis is to trace the typology and examine the significance and function of literary epiphany in the surrealist poetic work of Andreas Embiricos (1901-1975). We use the term epiphany, which is associated with James Joyce’s early aesthetic and related to the romantic moment of intuition and illumination, to denote the moment of a new, sudden, unexpected, intuitive perception of reality by the textual subject –and consequently the reader–, accompanied by a sense of transcendence of place and time, the abolishment of their limits and a reconciliation of the contraries. The dissertation consists of three parts. The first part examines the concept of literary epiphany. It discusses the various attributes attached to epiphany from modernism to romanticism, presents its historical background, with references to the ancient Greek and Judeo-Christian tradition of divine revelation, and its theoretical basis, which involves the social and spiritual environment that gave birth to the literary epiphanic mode. Furthermore, the first part presents the criteria and typology of the literary epiphany, according to modern epiphanists. To those typological categories, I have added three new ones, based on the examination of the poetic work of Andreas Embiricos, in an attempt to trace a typological scheme, which is used in the second part. Towards the end of the first part, literary epiphany is examined from the angle of the affinities shared between surrealism and romanticism. I argue that surrealist epiphany is related to romantic epiphany, or rather originates from it, although it mostly has its own special character. The second part traces and examines the typology of epiphany in the surrealist poetic work of Andreas Embiricos, through analysis and interpretation of a large number of his texts (poems, prose poems and poetic narratives), in an effort to show that the literary epiphanic mode occupies a significant place in his work and becomes a dominant poetics with specific features, the poetics of epiphany. Based on the typological scheme of the first part, the “epiphanies of being” (“adelonic epiphanies”, “proleptic epiphanies”, “visionary epiphanies” and “foresighted epiphanies”) are first interpreted and then the “framing epiphanies”. The second part closes with a special case, the interpretation of an epiphany and meta-epiphany, through which Embiricos justifies poetically the potentially visionary poetry of Kostas Kariotakis. The third part examines the significance and function of epiphany in the poetic work of Andreas Embiricos. Specifically, it explores the relation between Embiricos’ epiphanic mode and the key concepts of surrealism: love, the marvellous, objective chance, event-poem, dream, myth, black humor, paranoiac-critical method of Dali. Finally, it discusses the connection of Embiricos’ epiphany, as an intersubjective experience, with the fundamental features of literary epiphany, the beautiful and the sublime. Thus, it is illustrated that Embiricos’ epiphanic mode is connected with his surrealist poetics and forms an integral part of his diverse surrealist poetic universe that reveals surreality.
περισσότερα