Περίληψη
Στόχος της διατριβής αποτέλεσε η συγκριτική διερεύνηση των αγροτικών κινημάτων και κομμάτων στα Βαλκάνια, κυρίως σε Ελλάδα και Βουλγαρία κατά την περίοδο του μεσοπολέμου. Αναλύθηκαν και ερμηνεύθηκαν υπό την οπτική της κοινωνικής και οικονομικής ιστορίας, τα αίτια δημιουργίας αξιόλογου Αγροτικού Κόμματος και κινήματος στη Βουλγαρία, σε αντίθεση με ό,τι συνέβη στην Ελλάδα, όπου η τάση του Αγροτισμού ήταν αναιμική. Μελετώντας το θέμα μας, θεωρήσαμε ότι η κατανόηση των δομικών προβλημάτων της βουλγαρικής και της ελληνικής υπαίθρου δεν θα μπορούσε παρά να γίνει σε ιστορική οπτική και κυρίως μέσα στο μακρό 19ο αιώνα, ειδικότερα από την ύστερη οθωμανική περίοδο έως και το μεσοπόλεμο. Το ιστορικό άνοιγμα στο 19ο αιώνα αποδείχτηκε απαραίτητο για να γίνει πληρέστερη η ερμηνεία των αιτιών που οδήγησαν τον κόσμο της υπαίθρου της Βουλγαρίας, όπως και πολλών άλλων χωρών της Ανατολικής Ευρώπης, σε δυναμική πολιτική κινητοποίηση σε αντίθεση με ό,τι συνέβη στην Ελλάδα. Η κοινωνική και οικονομική δομή τ ...
Στόχος της διατριβής αποτέλεσε η συγκριτική διερεύνηση των αγροτικών κινημάτων και κομμάτων στα Βαλκάνια, κυρίως σε Ελλάδα και Βουλγαρία κατά την περίοδο του μεσοπολέμου. Αναλύθηκαν και ερμηνεύθηκαν υπό την οπτική της κοινωνικής και οικονομικής ιστορίας, τα αίτια δημιουργίας αξιόλογου Αγροτικού Κόμματος και κινήματος στη Βουλγαρία, σε αντίθεση με ό,τι συνέβη στην Ελλάδα, όπου η τάση του Αγροτισμού ήταν αναιμική. Μελετώντας το θέμα μας, θεωρήσαμε ότι η κατανόηση των δομικών προβλημάτων της βουλγαρικής και της ελληνικής υπαίθρου δεν θα μπορούσε παρά να γίνει σε ιστορική οπτική και κυρίως μέσα στο μακρό 19ο αιώνα, ειδικότερα από την ύστερη οθωμανική περίοδο έως και το μεσοπόλεμο. Το ιστορικό άνοιγμα στο 19ο αιώνα αποδείχτηκε απαραίτητο για να γίνει πληρέστερη η ερμηνεία των αιτιών που οδήγησαν τον κόσμο της υπαίθρου της Βουλγαρίας, όπως και πολλών άλλων χωρών της Ανατολικής Ευρώπης, σε δυναμική πολιτική κινητοποίηση σε αντίθεση με ό,τι συνέβη στην Ελλάδα. Η κοινωνική και οικονομική δομή της ελληνικής υπαίθρου αλλά και ευρύτερα του ελληνικού κράτους ήταν αρκετά διαφορετική σε σχέση με αυτή της Βουλγαρίας. Για παράδειγμα ανιχνεύσαμε όχι ασήμαντες αποκλίσεις στην εμπορευματοποίηση της αγροτικής παραγωγής, στη μετανάστευση των αγροτών τόσο προς τις πόλεις όσο κυρίως προς το εξωτερικό, στην αστικοποίηση και στην εκβιομηχάνιση. Επιπλέον η Ελλάδα ελάμβανε σημαντικούς άδηλους πόρους (ναυτιλία, μεταναστευτικά εμβάσματα, Έλληνες της διασποράς), πράγμα που τη διαφοροποιούσε περαιτέρω όχι μόνο από τη Βουλγαρία αλλά και από τις υπόλοιπες βαλκανικές χώρες. Επιπροσθέτως, η κοινωνική κινητικότητα του Έλληνα αγρότη ήταν πολύ εντονότερη συγκριτικά με εκείνη του Βαλκάνιου συναδέλφου του, ενώ παράλληλα οι κάθε είδους πελατειακές σχέσεις, που σχετίζονταν στενά κυρίως με τις καταπατήσεις των λεγόμενων εθνικών γαιών και με τη φοροαποφυγή, εξασφάλιζαν την κοινωνική συναίνεση. Σημαντικό είναι να αναφέρουμε ότι στην ανάλυσή μας οι πελατειακές σχέσεις αποδίδονται σε αυτό που ονομάσαμε διαλεκτική της Επανάστασης με το οθωμανικό παρελθόν. Σε κάθε περίπτωση οι καταπατήσεις εθνικών και δημοσίων γαιών συνεχίστηκαν έως το μεσοπόλεμο σε όλες τις περιφέρειες του διευρυνόμενου ελληνικού κράτους. Το φαινόμενο των καταπατήσεων καθώς και η διαφορετική τυπολογία των έγγειων σχέσεων στις λεγόμενες «Νέες Χώρες», σ’ ό,τι αφορά με την «Παλαιά Ελλάδα» αποτέλεσε καθοριστικό παράγοντα ανάσχεσης αγροτικών κινητοποιήσεων. Παράλληλα η δυναμική εμφάνιση του Βενιζελισμού, μετά το 1909, στα πολιτικά πράγματα της χώρας και κυρίως των κοινωνικών στρωμάτων που τον υποστήριζαν, επέδρασε θετικά στη ριζοσπαστική επίλυση του αγροτικού προβλήματος των «Νέων Χώρων» (τσιφλίκια, μεγάλα γαιοκτήματα, αγρότες-κολλήγοι), διευκολύνοντας την ομαλή μετάβαση από τις παραδοσιακές μορφές παραγωγής στο σύγχρονο καπιταλισμό. Στη Βουλγαρία αν και τα μεγάλα γαιοκτήματα ήταν περιορισμένα και οι περισσότεροι αγρότες ήταν μικρο-ιδιοκτήτες ήδη από την οθωμανική περίοδο, η κοινωνική κινητικότητα του Βούλγαρου αγρότη παρέμενε εξαιρετικά χαμηλή, καθώς οι επαφές και η μετανάστευση προς τις πόλεις ή το εξωτερικό ήταν περιορισμένη, ενώ η εμπορευματοποίηση της αγροτικής παραγωγής ήταν πολύ χαμηλή. Παράλληλα η διαδικασία αστικής συγκρότησης της χώρας δεν είχε αντίστοιχη δυναμική με αυτή της Ελλάδος. Ως εκ τούτου η διαδικασία μετάβασης της αγροτικής-παραδοσιακής οικονομίας και κοινωνίας προς σύγχρονες μορφές παραγωγής και οργάνωσης ήταν αργή και σε πολλές περιπτώσεις στάσιμη. Εξαιτίας αυτού του γεγονότος τα ανώτατα κοινωνικά στρώματα δεν κατάφεραν να ελέγξουν τους αγρότες πολιτικά, δηλαδή μέσω των παραγωγικών σχέσεων. Δεν κατάφεραν, με άλλα λόγια να αναμορφώσουν τις παραγωγικές σχέσεις και ευρύτερα τις οικονομικές και κοινωνικές δομές της υπαίθρου με τέτοιο τρόπο, ώστε να είναι επιτυχής ο πολιτικός έλεγχος πάνω στην αγροτιά, που αποτελούσε τη συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού έως το τέλος του μεσοπόλεμου. Έτσι το Βουλγαρικό Αγροτικό Κόμμα, που ιδρύθηκε το 1899, κατάφερε να εκμεταλλευθεί την ήττα του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου και να κερδίσει τις εκλογές σχηματίζοντας κυβέρνηση. Η βίαιη / αιματηρή καταστολή των Αγροτιστών και η άγρια δολοφονία του νόμιμου Πρωθυπουργού και αρχηγού του Αγροτικού Κόμματος Al. Stamboliski, το 1923, καταδεικνύει την αδυναμία των ανώτατων κοινωνικών στρωμάτων να ελέγξουν πολιτικά τους αγρότες, στη συγκυρία του Μεσοπόλεμου. Σε κάθε περίπτωση η προαναφερθείσα προσέγγιση και μεθοδολογία για την ερμηνεία των αγροτικών κινητοποιήσεων στα δύο κράτη, δεν δύναται να γίνει κατανοητή εάν δεν δοθεί έμφαση στις κοινωνικές και οικονομικές δομές των δύο κρατών, υπό ιστορική οπτική, κυρίως από την ύστερη οθωμανική εποχή έως το μεσοπόλεμο.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The aim of the present thesis is the comparative investigation of the agrarian movements and political parties in the Balkans, primarily in Greece and Bulgaria, during the Interwar Period. The causes that led to the formation of a worthwhile Peasant Party and agrarian movement in Bulgaria in contrast to what happened in Greece, where the trend towards Agrarianism was weak, were analyzed and interpreted through the prism of social and economic history. As the analysis advanced, it became apparent that an understanding of the fundamental issues afflicting both the Bulgarian and Greek peasantry was possible only from a historical point of view, and mainly in the early 19th century , particularly from the late Ottoman Period up to the Interwar Period. The historical study of the 19th century was fundamental in order to shed light on the causes that forced the peasantry in Bulgaria, as well as the agrarian populations of many other Eastern European countries, towards a dynamic political m ...
The aim of the present thesis is the comparative investigation of the agrarian movements and political parties in the Balkans, primarily in Greece and Bulgaria, during the Interwar Period. The causes that led to the formation of a worthwhile Peasant Party and agrarian movement in Bulgaria in contrast to what happened in Greece, where the trend towards Agrarianism was weak, were analyzed and interpreted through the prism of social and economic history. As the analysis advanced, it became apparent that an understanding of the fundamental issues afflicting both the Bulgarian and Greek peasantry was possible only from a historical point of view, and mainly in the early 19th century , particularly from the late Ottoman Period up to the Interwar Period. The historical study of the 19th century was fundamental in order to shed light on the causes that forced the peasantry in Bulgaria, as well as the agrarian populations of many other Eastern European countries, towards a dynamic political mobilization, in contrast to the events that occurred in Greece. The socioeconomic structure of the Greek countryside - and the Greek state overall – was quite different in relation to the socioeconomic structure of Bulgaria. For instance, significant deviation regarding the commercialization of agricultural production, peasant migration towards urban centers and mainly abroad, urbanization and industrialization were detected. Furthermore, Greece received significant undeclared income (shipping, migrant worker remittances, Greek Diaspora) which further differentiated the country, not only compared to Bulgaria, but to the rest of the Balkan countries as well. Moreover, social mobility was more pronounced in Greek peasants compared to their Bulgarian peers, while at the same time all kinds of clientelism closely associated with land encroachments of the so called “National Lands” and tax evasion ensured social acquiescence. It is worth mentioning that in this analysis clientelism is attributed to what could be termed Revolution dialectics with the Ottoman past. In any case, national and public land violations took place in all the regions of the expanding Greek state until the Interwar period. The phenomenon of land encroachment and the different typology of land relations in the so called “New Lands” concerning “Old Greece” was a key factor in halting rural protests. At the same time, the dynamic emergence of the social strata supporting Venizelism, on the country’s political scene, post 1909, exerted positive influence towards a radical solution of the agrarian question in the “New Lands” (manors, estates, tenant farmers), thus facilitating the smooth transition from traditional production methods towards modern capitalism. Despite the fact that there were few large estates in Bulgaria and most peasants were small landholders dating from the Ottoman period, there was very little social mobility amongst Bulgarian peasants since commercial transactions and migration towards urban centers and abroad remained limited and the commercialization of agrarian production was minimal. In addition, urbanization was not as dynamic in Bulgaria as in Greece. Therefore, the transition from the traditional-rural economy and fundamentally agrarian society towards modern production and organization methods was slow if not stationary, leading to the upper classes being unable to control the peasants by political means, i.e. through productive relations. In other words, the bourgeoisie failed to shape the productive relations and in general, the socioeconomic institutions in rural areas in a suitable way to exert political control over the peasantry, which at that time constituted the great majority of the population until the end of the Interwar. The Bulgarian Agrarian Party - founded in 1899 - managed to take advantage of the country’s defeat in World War Ι and won the election, thus forming a government. The violent / bloody suppression of the Agrarians and the brutal murder of the legitimate Prime Minister and leader of the Bulgarian Peasant Party Al. Stamboliski in 1923, demonstrates the weak control the higher social strata exerted over the peasantry during the Interwar. In any case, the above-mentioned approach and methodology for the interpretation of rural protests in both countries cannot be comprehended without focusing on the social and economic structure of both Greece and Bulgaria in the given historical context, particularly from the late Ottoman era to the Interwar period.
περισσότερα