Περίληψη
Σύμφωνα με την ιστορία της μεταβυζαντινής ζωγραφικής στην Ήπειρο (Βόρεια και Νότια) πολύ λίγα είναι τα μνημεία που χρονολογούνται στην πιο πρώιμη φάση της Τουρκοκρατίας (1430 - 1530). Στην ελλαδική Ήπειρο έχουν εντοπιστεί τέσσερα μνημεία αυτής της περιόδου και στην αλβανική επτά. Δύο από αυτά βρίσκονται στην Πολίτσιανη του αλβανικού Πωγωνίου. Πρόκειται για τον Άγιο Δημήτριο Σάββου (1526) και τον Άγιο Αθανάσιο Μάτζαρη (1513). Και τα δύο μνημεία είναι ιδιωτικά, φέρουν ζωγραφικό διάκοσμο πολύ καλής ποιότητας και γειτονεύουν με τα Παλαιοφραστανά του ελλαδικού Πωγωνίου, όπου ο Ξένος Διγενής φιλοτέχνησε το Ναό της Παναγίας (1492). Η μεθοδολογία της διατριβής υιοθέτησε αρχικά επταετείς έρευνες πεδίου (χρονική διάρκεια κατά την οποία αναζητήθηκαν και εντοπίστηκαν και άλλα συνομίληκα μνημεία στο βορειοηπειρωτικό χώρο, τα οποία χρονολογούνται μεταξύ 1503 - 1526). Στη συνέχεια, με μελέτη και έρευνα σε ομόλογα επιστημονικά βιβλία, εξετάστηκε το ερευνητέο υλικό από πλευράς εικονογραφικής, τεχνικής ...
Σύμφωνα με την ιστορία της μεταβυζαντινής ζωγραφικής στην Ήπειρο (Βόρεια και Νότια) πολύ λίγα είναι τα μνημεία που χρονολογούνται στην πιο πρώιμη φάση της Τουρκοκρατίας (1430 - 1530). Στην ελλαδική Ήπειρο έχουν εντοπιστεί τέσσερα μνημεία αυτής της περιόδου και στην αλβανική επτά. Δύο από αυτά βρίσκονται στην Πολίτσιανη του αλβανικού Πωγωνίου. Πρόκειται για τον Άγιο Δημήτριο Σάββου (1526) και τον Άγιο Αθανάσιο Μάτζαρη (1513). Και τα δύο μνημεία είναι ιδιωτικά, φέρουν ζωγραφικό διάκοσμο πολύ καλής ποιότητας και γειτονεύουν με τα Παλαιοφραστανά του ελλαδικού Πωγωνίου, όπου ο Ξένος Διγενής φιλοτέχνησε το Ναό της Παναγίας (1492). Η μεθοδολογία της διατριβής υιοθέτησε αρχικά επταετείς έρευνες πεδίου (χρονική διάρκεια κατά την οποία αναζητήθηκαν και εντοπίστηκαν και άλλα συνομίληκα μνημεία στο βορειοηπειρωτικό χώρο, τα οποία χρονολογούνται μεταξύ 1503 - 1526). Στη συνέχεια, με μελέτη και έρευνα σε ομόλογα επιστημονικά βιβλία, εξετάστηκε το ερευνητέο υλικό από πλευράς εικονογραφικής, τεχνικής και τεχνοτροπικής. Η τριμερής αυτή έρευνα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι και τα δύο μνημεία έχουν κοινά εικονογραφικά και τεχνοτροπικά χαρακτηριστικά, δανείζονται στοιχεία από την Μακεδονική Σχολή των Παλαιολόγων και την Κρητική Σχολή των Φορητών Εικόνων και κατόπιν τούτου θεωρούνται ανένταχτα σε κάποιο γνωστό ζωγραφικό σύστημα. Η έρευνα άγεται επίσης στην υπόθεση ότι οι δύο ζωγράφοι είναι επηρεασμένοι σοβαρά από το έργο του Ξένου Διγενή, γι’ αυτό και διαπνέονται από έναν διακριτικό ουμανισμό, μία πρωτευουσιάνικη ατμόσφαιρα και μία ροπή αποστασιοποίησης από την αυστηρή αντιδυτική ιδεολογία των μεγάλων μοναστηριών της εποχής. Τελικά, η έρευνα προτείνει μια υπόθεση εργασίας: ότι οι περιφερόμενοι εκείνοι ζωγράφοι (μεταξύ των οποίων και ο Διγενής) προέρχονται καλλιτεχνικά από την Κρήτη, εμπνέονται από το έργο των ζωγράφων που έφυγαν από την Κων/πολη λίγο πριν την Άλωση και μεταφέρουν, κυρίως στο δυτικό άξονα της τουρκοκρατούμενης Ελλάδας, τον απόηχο της μεταπαλαιολόγειας τέχνης και της καλλιτεχνικής δημιουργίας του 15ου αιώνα στην Κρήτη. Η Ήπειρος δε, στις αρχές του 16ου αιώνα, ανθεί δημογραφικά, οικονομικά και κοινωνικά, απολαμβάνει σουλτανικά προνόμια (όπως ακριβώς και η Πολίτσιανη) και, επομένως, είναι ο καταλληλότερος χώρος για την υποδοχή τέτοιων «μοναχικών και περιφερόμενων» ζωγράφων, όπως αυτοί των δύο μελετηθέντων μνημείων.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
There is a horde of Byzantine and early post-Byzantine monuments in the jurisdiction of the Orthodox Church of Albania which remain unknown to both Greek and Albanian researchers. The present doctoral thesis has therefore attempted to contribute into lightening some of the unknown aspects of the history of post-Byzantine painting in Albania, in general, and in the once unified Epiros, in particular. To this end, extensive fieldwork was conducted in adverse conditions of accessibility and research between 1992 and 2000. • In conducting this over-ten-year-long study, research focused in three fields of activity: -- Initially, it recorded all bibliographically known or unknown post-Byzantine monuments bearing mural decorations dating between 1503 and 1913; -- Thereupon, it focused on entirely or partially preserved early post-Byzantine pictorial monuments of the pre-Onouphrian and pre-Thephanean period; -- Last but not least, it centred its analytical and synthetical reasoning into two ea ...
There is a horde of Byzantine and early post-Byzantine monuments in the jurisdiction of the Orthodox Church of Albania which remain unknown to both Greek and Albanian researchers. The present doctoral thesis has therefore attempted to contribute into lightening some of the unknown aspects of the history of post-Byzantine painting in Albania, in general, and in the once unified Epiros, in particular. To this end, extensive fieldwork was conducted in adverse conditions of accessibility and research between 1992 and 2000. • In conducting this over-ten-year-long study, research focused in three fields of activity: -- Initially, it recorded all bibliographically known or unknown post-Byzantine monuments bearing mural decorations dating between 1503 and 1913; -- Thereupon, it focused on entirely or partially preserved early post-Byzantine pictorial monuments of the pre-Onouphrian and pre-Thephanean period; -- Last but not least, it centred its analytical and synthetical reasoning into two early post-Byzantine monuments at Polican, Saint Athanasios of Mandjari, 1513, and Saint Demetrius of Savvou, 1526. These two monuments became the object of detailed study. The period in which the two monuments in question were rebuilt and decorated, 1513-1526, dates between the last known pictorial artwork of Xenos Digenes, in the close-by village of Palaiophrastana, Pogoni, and the first work of the great Cretan master- painter Theophanes, in Meteora, 1527. Yet, the painting of the two Polican monuments is seemingly an output of not only Cretan influence, but also of Macedonian. This amalgamation of Macedonian and Cretan elements in mural painting is more profound in the skilful, nearby, in place and time, creations of Xenos Digenes in Palaiophrastana, 1492. Τhis hitherto unknown artistic milieu was mostly inspired by the humanist and urban piety of old economic elites and by painters of the Capital. Having transferred the Palaeologan pictorial sensitivity to 15th century Crete, these painters expressed a monastic-deviating, non-austere and non-“resistant” painting. Using economic, social and iconological methodologies of art historical enquiry, we drew conclusions with regard to the production of Polican’s pictorial decorations. This artistic production was an outcome of the political, socio-economic, ideological and artistic conditions of the time: 1. The region of Pogon and mountainous Epiros in general lived in peace during the beginning of the 16th century, as did most parts of the Ottoman territory at that time. 2. Polican, in particular, enjoyed economic thriving, an autonomous regime and cultural flourishing. 3. It is therefore reasonable that the two monuments patronized by them consist of an amalgamation of the Macedonian and Cretan genre and are transit phases of the development of Byzantine art after Byzantium. 4. In considering that a certain distant aristocratic spirit, a classicist beauty and the mixed technique of rendering the human figures are characteristics of Xenos Digenes’s style, it seems that he and the portable icons imported in numerous quantities through Venetian trade functioned as models for the anonymous painters of Polican.
περισσότερα